Ευρετήριο Άρθρου

Δύο ζώνες επιχειρήσεων

Paul Preston

Λίγες ημέρες μετά το πραξικόπημα της 17ης Ιουλίου, η Ισπανία είχε χωριστεί σε δύο ζώνες πολεμικών επιχειρήσεων. Οι στασιαστές ήλεγχαν το 1/3 της χώρας σε ένα βόρειο μπλοκ της Γαλικίας, της Λεόν, της Παλαιάς Καστίλλης, της Αραγώνας και μέρους της Εξτρεμαδούρα και ένα ανδαλουσιανό τρίγωνο που οριζόταν από την Ουέλβα, τη Σεβίλλη και την Κόρδοβα. Είχαν τους μεγάλους σιτοβολώνες, αλλά ο έλεγχος των κρατικών αποθεμάτων χρυσού και ρευστού, και ουσιαστικά ολόκληρη η βιομηχανία της Ισπανίας, παρέμενε στα χέρια των Δημοκρατικών. Θα υπήρχαν, ωστόσο, δύο μεγάλες διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών, οι οποίες στο τέλος θα έκριναν τη σύρραξη - η Στρατιά της Αφρικής και η βοήθεια από τις φασιστικές δυνάμεις.

Στην αρχή, το πιο ισχυρό χαρτί των στασιαστών, ο θηριώδης αποικιακός στρατός υπό τον Φράνκο, είχε αποκλειστεί στο Μαρόκο από πολεμικά πλοία των Δημοκρατικών. Ο Φράνκο όμως κατόρθωσε να πείσει τους τοπικούς αντιπροσώπους της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας ότι έπρεπε να τον υποστηρίξουν. Μέχρι το τέλος Ιουλίου, μεταγωγικά αεροσκάφη Junkers 52 και Savoia-Marchetti 81 επιχειρούσαν την πρώτη μεγάλη στρατιωτική αερογέφυρα στην ιστορία. Η αιμοδιψής Λεγεώνα των Ξένων και οι Ιθαγενείς Τακτικοί μεταφέρθηκαν πάνω από τα Στενά του Γιβραλτάρ στη Σεβίλλη, μετατρέποντας ένα πραξικόπημα που πήγαινε στραβά σε έναν μακρύ και αιματηρό εμφύλιο πόλεμο.

Οι Εθνικιστές στασιαστές γρήγορα ανέλαβαν δύο εκστρατείες, οι οποίες βελτίωσαν δραστικά την κατάστασή τους. Ο Μόλα επιτέθηκε στη βασκική επαρχία της Κιπούθκοα, αποκόπτοντάς την από τη Γαλλία. Εν τω μεταξύ, η Στρατιά της Αφρικής του Φράνκο προέλαυνε με ταχύτητα βόρεια προς τη Μαδρίτη, διαπράττοντας στο πέρασμά της φρικιαστικές σφαγές, συμπεριλαμβανομένου του μακελειού στο Μπανταχόθ όπου εκτελέστηκαν 2.000 κρατούμενοι. Μέχρι τις 10 Αυγούστου, είχαν ενώσει τα δύο μισά της Εθνικιστικής Ισπανίας.

Η ξένη βοήθεια

Η Ισπανική Δημοκρατία πολεμούσε όχι μόνο τον Φράνκο και τις στρατιές του αλλά, όλο και περισσότερο, και τη στρατιωτική και οικονομική ισχύ του Χίτλερ και του Μουσολίνι. Περιφρονημένος από τη Γαλλία και τη Βρετανία, ο Δημοκρατικός πρωθυπουργός Χιράλ στράφηκε στη Μόσχα. Παρόλο που το Κρεμλίνο δεν ήθελε οι εξελίξεις στην Ισπανία να υπονομεύσουν τα προσεκτικά σχέδια που είχε καταστρώσει για μια συμμαχία με τη Γαλλία, μέχρι τα μέσα Αυγούστου, η παροχή βοήθειας στους στασιαστές από τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι απειλούσε με μια ακόμη μεγαλύτερη καταστροφή. Εάν έπεφτε η Ισπανική Δημοκρατία, θα μεταβαλλόταν η ευρωπαϊκή ισορροπία ισχύος, αφήνοντας τη Γαλλία με τρία εχθρικά φασιστικά κράτη στα σύνορά της. Μόνο πια στο τέλος Σεπτεμβρίου, που η Δημοκρατία συμφώνησε να στείλει τα αποθέματα χρυσού στη Ρωσία, αποφασίστηκε να σταλούν σύγχρονα αεροσκάφη και άρματα μάχης, τα οποία έπρεπε να πληρωθούν σε διογκωμένες τιμές.

Ενώ η Δημοκρατία πάσχιζε να βρει ξένη βοήθεια και οι ανοργάνωτοι πολιτοφύλακές της οπισθοχωρούσαν στην πρωτεύουσα, οι στασιαστές έκαναν πιο αυστηρή τη δομή διοίκησής τους. Στις 21 Σεπτεμβρίου, οι στρατηγοί που ηγούντο της επανάστασης επέλεξαν τον Φράνκο ως αρχιστράτηγο και επειδή διοικούσε τη Στρατιά της Αφρικής, αλλά και διότι ήδη είχε καλή επικοινωνία με τον Φύρερ και τον Ντούτσε. Στις 28 Σεπτεμβρίου, ο Φράνκο εγκαταστάθηκε ως Αρχηγός του Εθνικιστικού Κράτους. Από εκεί και μετά, κυβερνούσε με σφιχτό διοικητικό συγκεντρωτισμό. Αντιθέτως, η Δημοκρατία παρακωλυόταν από έντονη διχόνοια μεταξύ Κομμουνιστών, Δημοκρατικών της μεσαίας τάξης, μετριοπαθών Σοσιαλιστών, Αναρχικών, Τροτσκιστών και αριστερών Σοσιαλιστών που ως προτεραιότητα έθεταν την κοινωνική επανάσταση.

Η καθυστέρηση του Φράνκο επέτρεψε στην άμυνα της Μαδρίτης να ενισχυθεί από την άφιξη στις αρχές Νοεμβρίου αεροσκαφών και αρμάτων μάχης από τη Σοβιετική Ενωση μαζί με τις φάλαγγες εθελοντών, γνωστές ως οι Διεθνείς Ταξιαρχίες. Για Ιταλούς, Γερμανούς και Αυστριακούς πρόσφυγες από τον φασισμό και τον ναζισμό, η Ισπανία ήταν η πρώτη αληθινή ευκαιρία να προβάλουν αντίσταση και στο τέλος να επιστρέψουν στις εστίες τους.

Η πολιορκία της Μαδρίτης είδε ηρωικές προσπάθειες από ολόκληρο τον πληθυσμό. Στις 6 Νοεμβρίου, περιμένοντας την πρωτεύουσα να πέσει γρήγορα, η κυβέρνηση είχε καταφύγει στη Βαλένθια. Η πόλη είχε αφεθεί στα χέρια του στρατηγού Χοσέ Μιάχα. Υποστηριζόμενος από την κυριαρχούμενη από τους Κομμουνιστές Στρατιωτική Επιτροπή Αμυνας (Junta de Defensa), ο Μιάχα ανασύνταξε τον πληθυσμό, ενώ ο ευφυέστατος Αρχηγός Επιτελείου συνταγματάρχης Βιθέντε Ρόχο οργάνωνε τις δυνάμεις της πόλης. Η αντίσταση στις αφρικανικές φάλαγγες του Φράνκο ήταν επιτυχής. Η πολιορκούμενη πρωτεύουσα θα κρατούσε για δυόμισι ακόμα χρόνια.

Απασχολημένη με διχογνωμία στο εσωτερικό της, και χωρίς ακόμη έναν συμβατικό στρατό, η Δημοκρατία ήταν ανίκανη να κεφαλαιοποιήσει τη νίκη της στη Μαδρίτη. Η αντίδραση του Φράνκο ήταν μια σειρά προσπαθειών να περικυκλώσει την πρωτεύουσα. Στις μάχες της Μποαντίγια (Δεκέμβριος 1936), του Χαράμα (Φεβρουάριος 1937) και της Γκουανταλαχάρα (Μάρτιος 1937) οι δυνάμεις του αποκρούστηκαν, αλλά με τεράστιο κόστος για τη Δημοκρατία. Η επικέντρωση στην άμυνα της Μαδρίτης σήμαινε την εγκατάλειψη άλλων μετώπων. Η Μάλαγα στον Νότο έπεσε σε άρτι αφιχθέντα ιταλικά στρατεύματα στις αρχές Φεβρουαρίου.

Ακόμα και μετά την ήττα τους στη μάχη της Γκουανταλαχάρα, στην οποία είχε αναμειχθεί ένα μεγάλο απόσπασμα ιταλικών στρατευμάτων, οι Εθνικιστές ακόμα είχαν την πρωτοβουλία, καθώς κάθε αναποδιά για τον Φράνκο σήμαινε ότι οι δικτάτορες του Αξονα αύξαναν την υποστήριξή τους. Αυτό έγινε φανερό κατά την εκστρατεία των Εθνικιστών στη βόρειο Ισπανία την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1937. Τον Μάρτιο, ο Μόλα οδήγησε 40.000 στρατιώτες σε μία επίθεση κατά της Χώρας των Βάσκων υποστηριζόμενος από τη γερμανική Λεγεώνα Κόνδωρ, η οποία ειδικευόταν στους βομβαρδισμούς. Σε μια πρόβα για το Blitzkrieg της Πολωνίας και της Γαλλίας, η Γκερνίκα αφανίστηκε στις 26 Απριλίου 1937 με σκοπό να σπάσει το ηθικό των Βάσκων και να υπονομεύσει την υπεράσπιση της πρωτεύουσας Μπιλμπάο, που έπεσε στις 19 Ιουνίου. Στη συνέχεια, ο εθνικιστικός στρατός, εφοδιασμένος πλουσιοπάροχα με ιταλικά στρατεύματα και εξοπλισμό, κατέλαβε το Σανταντέρ στις 26 Αυγούστου.

Εκατοντάδες χιλιάδες θύματα μέχρι τη νίκη του Φράνκο

Οι ήττες που υπέστησαν οι Δημοκρατικοί στις αρχές του 1937 θα οδηγούσαν στις 17 Μαΐου στην εγκατάσταση μιας ισχυρής κυβέρνησης υπό την πρωθυπουργία του Χουάν Νεγρίν, από την οποία παρελήφθησαν οι αναρχο-συνδικαλιστές. Ο Νεγρίν εναπέθεσε την εμπιστοσύνη του στον Ρόχο που προσπάθησε να σταματήσει την ασυγκράτητη πορεία των Εθνικιστών με μια σειρά επιθέσεων αντιπερισπασμού. Τον Αύγουστο του 1937, ο Ρόχο έκανε μια τολμηρή κυκλωτική κίνηση εναντίον της Σαραγόσας. Στη μικρή πόλη Μπελκίτε, η επίθεση τελμάτωσε στα μέσα Σεπτεμβρίου. Ξανά οι Δημοκρατικοί βρέθηκαν αρχικά σε πλεονεκτική θέση, αλλά τους έλειπε η ισχύς για το τελειωτικό χτύπημα. Τον Δεκέμβριο του 1937, ο Ρόχο εξαπέλυσε ακόμα μια προληπτική επίθεση εναντίον της Τερουέλ, ελπίζοντας να εκτρέψει την τελευταία επίθεση του Φράνκο εναντίον της Μαδρίτης. Το σχέδιο πέτυχε. Στο πιο δριμύ κρύο, οι Δημοκρατικοί κατέλαβαν την Τερουέλ στις 8 Ιανουαρίου – ήταν η μόνη φορά που πήραν μια επαρχιακή πρωτεύουσα από τους Εθνικιστές. Εν τούτοις, ο θρίαμβος δεν διήρκεσε πολύ. Εκδιώχθηκαν μετά από έξι εβδομάδες σκληρής πολιορκίας από το πυροβολικό και τα βομβαρδιστικά αεροπλάνα. Επειτα από άλλη μία προσπάθεια άμυνας με μεγάλο κόστος αλλά μικρή προέλαση, οι Δημοκρατικοί έπρεπε να υποχωρήσουν στις 21 Φεβρουαρίου 1938, όταν η Τερουέλ βρισκόταν προ της περικύκλωσης. Οι απώλειες και στις δύο πλευρές ήταν βαριές.

Έλλειψη όπλων και πυρομαχικών

Οι Δημοκρατικοί ήταν εξαντλημένοι, με ελλείψεις σε όπλα και πολεμοφόδια και πεσμένο ηθικό μετά την ήττα της Τερουέλ. Ο Φράνκο πήρε την πρωτοβουλία με μία μαζική επίθεση μέσω της Αραγώνας και του Καστεγιόν προς τη θάλασσα. Εκατό χιλιάδες στρατιώτες, 200 άρματα μάχης και σχεδόν χίλια γερμανικά και ιταλικά αεροσκάφη άρχισαν την προέλασή τους στις 7 Μαρτίου 1938. Μέχρι τις 15 Απριλίου είχαν φθάσει στη Μεσόγειο. Εχοντας μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την ολική καταστροφή των Δημοκρατικών δυνάμεων απ’ ό,τι για μια γρήγορη νίκη, ο Φράνκο αγνόησε την ευκαιρία να στραφεί κατά μιας Βαρκελώνης με ανεπαρκή άμυνα. Αντ’ αυτού, τον Ιούλιο εξαπέλυσε μεγάλη επίθεση εναντίον της Βαλένθια. Η αποφασιστικότητα των Δημοκρατικών στην άμυνα εξασφάλισε ότι η πρόοδος θα ήταν αργή και εξαντλητική, αλλά στις 23 Ιουλίου 1938 η Βαλένθια βρέθηκε υπό άμεση απειλή, με τους Εθνικιστές λιγότερο από σαράντα χιλιόμετρα μακριά. Εις απάντησιν ο Ρόχο εξαπέλυσε άλλον έναν θεαματικό αντιπερισπασμό, υπό τύπον μαζικής επίθεσης, από τον ποταμό Εβρο, για να αποκαταστήσει επικοινωνία με την Καταλωνία. Στην πιο σκληρή μάχη ολόκληρου του πολέμου, ο Δημοκρατικός στρατός, που αποτελείτο από 80.000 άνδρες, πέρασε τον ποταμό, έσπασε τις γραμμές των Εθνικιστών, αν και με μεγάλο κόστος για τη Διεθνή Ταξιαρχία. Μέχρι την 1η Αυγούστου είχαν φθάσει ώς την Γκαντέσα, φρανκικές ενισχύσεις μεταφέρθηκαν εκεί εσπευσμένα και οι Δημοκρατικοί υποβλήθηκαν σε τρεις μήνες καύσωνα και σφοδρού βομβαρδισμού από το πυροβολικό.

Αποφασισμένος να συντρίψει τον Δημοκρατικό στρατό, ο Φράνκο συγκέντρωσε νέα στρατεύματα 30.000 ανδρών με καινούργιο γερμανικό εξοπλισμό. Οι Ισπανοί Δημοκρατικοί πλέον κοίταζαν την ήττα κατάματα. Η Βαρκελώνη έπεσε στις 26 Ιανουαρίου 1939. Στη Μαδρίτη, στις 4 Μαρτίου, ο διοικητής του Δημοκρατικού Στρατού του Κέντρου, συνταγματάρχης Σεγισμούντο Κασάδο, επαναστάτησε εναντίον της Δημοκρατικής κυβέρνησης, ελπίζοντας να δώσει ένα τέλος σε μία ολοένα δίχως νόημα σφαγή. Υποσχέσεις για διαπραγμάτευση της ειρήνης δεν τηρήθηκαν από τον Φράνκο και έπειτα από αλληλοεξοντωτικές μάχες μέσα στη Δημοκρατική ζώνη, στρατιώτες καθ’ όλο το μήκος του μετώπου άρχισαν να παραδίδονται. Οι Εθνικιστές μπήκαν σε μια απόκοσμα σιωπηλή Μαδρίτη στις 27 Μαρτίου. Τετρακόσιες χιλιάδες Δημοκρατικοί σύρθηκαν στην εξορία. Η εθνικιστική νίκη θεσμοποιήθηκε ως η δικτατορία του Φράνκο. Πάνω από ένα εκατομμύριο εξέτισαν ποινές σε φυλακές ή σε στρατόπεδα εργασίας. Στους 400.000 που σκοτώθηκαν στον πόλεμο, ήρθαν να προστεθούν ακόμα 200.000 εκτελέσεις μεταξύ του 1939 και του 1943.

* Ο κ. Paul Preston είναι καθηγητής Διεθνούς Ιστορίας και διευθυντής του Κέντρου Σύγχρονων Ισπανικών Σπουδών Cañada Blanch στο London School of Economics.

Πηγή: kathimerini.gr