Ispania.gr– Luz, είναι η δεύτερη φορά που έρχεσαι στη χώρα μας για να μας δώσεις την ευκαιρία να απολαύσουμε τη μουσική σου. Θέλουμε να μάθουμε πώς ήταν η πρώτη σου επαφή με τη χώρα και το ελληνικό κοινό, και εάν θα ήθελες να ερμηνεύσεις ένα κομμάτι στα ελληνικά στο μέλλον. Υπάρχει κάποιο ελληνικό τραγούδι που σου έχει τραβήξει την προσοχή για να διασκευάσεις, όπως έκανε για παράδειγμα η Νάνα Μούσχουρη με το Piensa en mí;
Luz Casal– Από την ώρα που προσγειώθηκα, ένιωσα άνετα. Εξακολουθώ να έχω αναμνήσεις από τη συναυλία, από τον κόσμο που άκουγε άγνωστα τραγούδια. Η προσοχή που έδειξε το κοινό στη συναυλία ήταν εξαιρετική. Αυτή τη στιγμή είμαι πλήρως δοσμένη στο κλασικό ισπανοαμερικάνικο ρεπερτόριο (μπολέρο). Δεν έχω τώρα την ικανότητα να σκεφτώ άλλα είδη τραγουδιού. Είμαι βέβαιη ότι υπάρχουν πολλά τραγούδια από τη λαϊκή μουσική παράδοση που θα μου άρεσε να τραγουδήσω.
I.– Γεννήθηκες στη Γαλικία, αλλά μετακόμισες σε πολύ μικρή ηλικία με την οικογένειά σου στην Αστούρια. Παρά το γεγονός ότι οι δύο αυτές περιοχές της Ισπανίας είναι παρόμοιες όσον αφορά το τοπίο και την νοοτροπία των κατοίκων τους, πώς και σε ποιο βαθμό επηρέασε την προσωπικότητα σου κάθε μια από αυτές τις περιοχές;
L.C.– Οι ρίζες μου είναι τόσο γαλικιανές όσο και αστουριανές. Επιπλέον, είμαι ο τύπος των Ισπανών που αγαπούν κάθε περιοχή, κάθε περιφέρεια, με τις πολιτιστικές, ιστορικές και γαστρονομικές διαφορές τους.
I.– Τι σε ώθησε να συνθέσεις στην αρχή της σταδιοδρομίας σου το El ascensor, ένα τραγούδι-αφιέρωμα στον Bob Marley?
L.C.– Το ότι είδα και άκουσα τον Bob Marley ήταν μια εμπειρία που με σημάδεψε! Πολύ έντονα, μάλιστα!
I.– Το 1986, στο πλαίσιο μιας περιβαλλοντικής εκστρατείας ηχογράφησες στη Γερμανία το τραγούδι The water is life. Θα θέλαμε να μάθουμε τι αποκόμισες από αυτή την εμπειρία και πώς ήταν η συνεργασία σου με τον Mark Knopfler.
L.C.– Δεν συναντήθηκα στο στούντιο με τον Knopfler. Σε όλους τους δίσκους που συμμετείχα, ένιωθα καλά. Τόσο σε σχέση με τη μουσική όσο και με τους ανθρώπους.
I.– Ποιο είναι το ρίσκο που παίρνει ένας τραγουδιστής / μια τραγουδίστρια όταν αποφασίζει να ντύσει με τη φωνή του το soundtrack μιας ταινίας του Αλμοδόβαρ, γνωρίζοντας ότι αυτός ο σκηνοθέτης είναι ένας από τους σημαντικότερους σε διεθνές επίπεδο; Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος ότι το τραγούδι δεν θα ανταποκρίνεται στην ποιότητα της ταινίας, κάτι που θα έχει αρνητικές συνέπειες για τον τραγουδιστή/ την τραγουδίστρια...
L.C.– Όταν ο Πέδρο Αλμοδόβαρ με κάλεσε να συνεργαστούμε στην ταινία του, το μόνο πράγμα που με ανησυχούσε ήταν αν θα μπορούσα να ερμηνεύσω τα τραγούδια με τρόπο λαμπερό, και τόσο διαφορετικό σε σχέση με αυτά που είχα κάνει μέχρι τότε. Είχα ηχογραφήσει 5 δίσκους.
I.– Τις τελευταίες εβδομάδες ηχογραφείς το νέο σου άλμπουμ και οι οπαδοί σου αναμένουν πώς και πώς την κυκλοφορία του στην αγορά. Ποιο ήταν το κίνητρο που σε οδήγησε να κάνεις αυτό το δίσκο και πώς θα τον περιέγραφες με δυο λόγια;
L.C.– Όταν φτάσω στην Αθήνα, θα έχει τελειώσει η ηχογράφηση του άλμπουμ. Πολλοί από τους θαυμαστές μου περίμεναν 18 χρόνια αυτό το δίσκο! Είναι ένα ταξίδι στο παρελθόν της μουσικής της Λατινικής Αμερικής.
I.– Ποιο είναι κατά την άποψή σου το καλύτερο και ποιο το χειρότερο πράγμ σε σχέση με τη μουσική; Πιστεύεις ότι στη σημερινή εποχή η μουσική δεν ανταποδίδει επαρκώς τους κόπους του δημιουργού της;
L.C.– Το καλύτερο είναι να αφιερώνεις τον εαυτό σου στη μουσική. Να ζεις με αυτήν.
Το χειρότερο είναι αυτοί που ζουν από τη μουσική σαν να ήταν μια οποιαδήποτε δουλειά...
I.– Με τέτοια λαμπρή μουσική καριέρα, θα θέλαμε να μάθουμε αν ακόμη έχει μείνει κάποιο όνειρο να εκπληρώσεις.
L.C.– Nα προκαλώ συνεχώς στον κόσμο -στο ακροατήριο- πoλυποίκιλα συναισθήματα. Επιπλέον, να συνθέσω το καλύτερο τραγούδι του κόσμου!
I.– Ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο σου. Ευχόμαστε να έχεις μια ευχάριστη διαμονή στην Αθήνα! L.C.– Εγώ σας ευχαριστώ! Χαιρετίσματα, Luz Casal.