Ευρετήριο Άρθρου

altΜεγάλα τραγούδια του cante jondo[1]; Από τα χρόνια της Δεύτερης Ισπανικής Δημοκρατίας με την Niña de la Puebla μέχρι τον Marchena και τις colombianas[2] του ή την Paquera με το Maldigo tus ojos verdes, το είδος δεν σταμάτησε να κάνει επιτυχίες

Μόνο για τα αυτιά της. Τα χωριά τη λάτρευαν και την υποδεχόταν με μουσική μπάντα παραδοσιακών οργάνων που η νεαρή τυφλή τραγουδίστρια είχε φέρει στη μόδα. Είμαστε στις αρχές της δεκαετίας του ’30, όταν η Niña de la Puebla  κάνει εκείνη την copla[3] που της έγραψε ο πατέρας της –En los pueblos de mi Andalucía [Στα χωριά της Ανδαλουσίας μου]–  μια από τις πιο διάσημες παραστάσεις φλαμένκο όλων των εποχών.

Εκείνοι που πιστεύουν ότι το φλαμένκο είναι μια μουσική για εκλεκτούς, αγνοούν την ιστορία μας. Εκείνοι που νομίζουν ότι το κατάμεστο Palacio de los Deportes στην Μαδρίτη των Camarón και Tomatito μια φορά το χρόνο σηματοδοτεί ένα πριν και ένα μετά, αγνοούν ότι ο Pepe Marchena, τότε Niño de Marchena, συνέβαινε πολύ συχνά να βγάζει αφίσα ότι δεν υπήρχαν εισιτήρια σε οποιαδήποτε αρένα ταυρομαχιών της Ισπανίας. Εξέχων δημιουργός και απατεώνας βαπτιστής, επινόησε και έκανε πάταγο την εποχή της Δεύτερης Ισπανικής Δημοκρατίας με ένα είδος τραγουδιού το οποίο επέμενε να ονομάσει colombiana (Κολομβιανή). Οι ψευτοδιανοούμενοι του φλαμένκο επιμένουν: Κολομβιανές είναι οι γυναίκες από την Κολομβία. Ε, λοιπόν, όχι! Ο Marchena πήρε ένα μεξικάνικο κομμάτι και του έδωσε αέρα φλαμένκο: μια ranchera που αργότερα θα ακούγαμε στην αυθεντική της βερσιόν στην ταινία ¡Viva Zapata!, του Elia Kazan, η οποία και κατείχε μια ξεχωριστή θέση στο συναισθηματικό ρεπερτόριο της Frida Kahlo, που σκιαγραφείται σαν το Φτωχό ελαφάκι του τραγουδιού. Μόνο που το αρχικό κυριολεκτικό μοτίβο «Soy un pobre venadito / que habito en la serranía», [Είμαι ένα φτωχό ελαφάκι / που κατοικεί στην οροσειρά], ο Marchena το αλλάζει σε: «Soy un pobre  benedicto…» [Είμαι ένα κομμάτι μάλαμα...], και  διανθίζει το τελευταίο μέρος με μελωδίες του βασκικού zortziko[4]. Ζήτω η μείξη γιατί προσφέρει υγεία και ελευθερία! Γεννήθηκε τότε η απόκρυφη colombiana –«Quisiera cariño mío / que tú nunca me olvidaras…» [Θα ήθελα αγάπη μου / ποτέ να μη με ξεχνούσες…], που διατηρείται ζωντανή και πολύ ψηλά στις πωλήσεις. Ο Valderrama, άλλος τραγουδιστής του φλαμένκο που πέτυχε εξαιρετικά υψηλές πωλήσεις, θυμόταν στα απομνημονεύματά του: «Η παρουσίαση της colombiana στην Ισπανία υπήρξε μεγάλο γεγονός, έδιναν παραστάσεις στο θέατρο, όπου πήγαιναν οι αρχές για να προεδρεύσουν, ο Μarchena ήταν μια πρωταρχική φιγούρα, μια προσωπικότητα». Δεν ήθελες μια επιτυχία; Ε, τώρα λούσου την και τραγούδα. Ο Marchena ήταν αναγκασμένος να τραγουδάει τις colombianas σε κάθε μέρος και στιγμή…, εκτός από όταν δεν είχε διάθεση: «Αξιότιμο κοινό. Σας ζητώ χίλια συγγνώμη, διότι συνέβη κάτι που δεν ήταν στο πρόγραμμα: Ήθελα να σας αφιερώσω αυτή τη δημιουργία μου που έχει γίνει τόσο δημοφιλής, αλλά δεν έφεραν εγκαίρως στον κιθαρίστα μου την κιθάρα που χρειάζεται για να παίξει τις colombianas». Χειροκροτήματα και πάμε! Τόσο πολύ εδραιώθηκε η colombiana που έλαβε απάντηση από το Μπιλμπάο της δεκαετίας του ’50: «Bilbao, Bilbao, Bilbao, / ¡Ay, cómo has cambiao! / Las colombianas y el flamenco / te han equivocao» [Μπιλμπάο, Μπιλμπάο, Μπιλμπάο / Αχ, πόσο άλλαξες! / Οι colombianas και το φλαμένκο / σε χάλασαν], ηχογράφησαν οι Los Cinco Bilbaínos.

altTη δεκαετία του ’40 ο Manolo Caracol και η Lola Flores, αδάμαστα πνεύματα, θα γίνουν οι απόλυτοι πρωταγωνιστές με τις ξέφρενες zambras[5] και τον τσιγγάνικο τρόπο ζωής τους: La salvaora [Η σωτήρας], La niña de fuego [Το κορίτσι της φωτιάς]. Το φλογερό κορίτσι θα διατηρήσει το ταμπεραμέντο του μέχρι το τέλος, όταν ήταν γιαγιά της φωτιάς είπε ο Calvo/Aguilera. Η Lola, από την άλλη πλευρά, εφηύρε τη ραπ σε μια μακρινή εποχή. Γιατί το RAP, που μεταφράζεται ως ρυθμός και ποίηση (από το Rhythm and Poetry), είναι αυτό που η Lola συνήθιζε να κάνει από την εποχή της συνεργασίας με τον Caracol. Στο Zambra 1948 παρουσίασε για πρώτη φορά το Mi abuelita tenía un pollito [Η γιαγιά μου είχε ένα κοτοπουλάκι], κάποια tanguillos[6] όπου οι στίχοι κατά το ήμισυ απαγγέλλονταν, τα οποία θα εξελιχθούν μέχρι να αγγίξουν την απόλυτη ραπ στο Mi abuelita [Η γιαγιούλα μου]. Αλλά ήδη το 1946 ηχογράφησε με εκπληκτικό απαγγελτικό ύφος σε ρυθμό bulería[7] το «¡Αy!, por mire usted, Bernabé… ». To 1958 έδωσε το τελειωτικό χτύπημα με το ''monólogo sobre ritmo de tanguillos'' (μονόλογος πάνω σε ρυθμό tanguillos), όπως όρισαν οι δημιουργοί του, León και Quiroga, την ιστορία της Catalina Fernández, La Lotera [Η λαχειοπώλισσα]: «Treinta mil setecientos cincuenta / lo han devuelto de Torrelodones...» [Τριάντα χιλιάδες εφτακόσια πενήντα / το επέστρεψαν από το Τορελοδόνες... ].

Μιλήσαμε για δύο κορίτσια-γυναίκες. Μας λείπει η κορυφαία. Η Josefina Carabias, σπουδαία δημοσιογράφος, μετέφερε το νέο από τη Μαδρίτη το καλοκαίρι του 1935: «Μέχρι την οδό Alcalá φτάνουν φήμες ότι στην πλατεία García Hernández (άλλοτε plaza del Rey), συνωστίζεται εξαιρετικά μεγάλος αριθμός ατόμων, που οι φύλακες μετά βίας καταφέρνουν να συγκρατήσουν. Η οδός del Barquillo είναι ένας ανθρώπινος ποταμός, και στην πλατεία, τα άλογα των φυλάκων ασφαλείας αναπηδούν στα πίσω πόδια με εντυπωσιακό τρόπο. Οι φύλακες, με τις καραμπίνες στο χέρι, μοιάζει να πρόκειται μας κάνουν σκόνη από την μία στιγμή στην άλλη.

-Μα, τι συμβαίνει; ρωτάω.alt

-Σχεδόν τίποτα… Η Niña… Λέγοντας niña είναι σαν να λέμε ολόκληρο το όνομα. Δε χρειάζεται κάτι παραπάνω για να καταλάβει ο οποιοσδήποτε για ποιαν πρόκειται..., η Niña de los Peines (το Κορίτσι με τα Χτένια), η Pastora (η Βοσκοπούλα), που θα βρίσκεται απόψε στο τσίρκο… Ή μήπως δεν είδατε τις αφίσες;…

Τώρα εξηγούνται όλα». (Crónica, 21 Ιουλίου 1935).

Η Niña de los Peines έκανε τη μεγαλύτερη πώληση σκληρών δίσκων, από σχιστόλιθο. Όταν οι δίσκοι μεγάλης διάρκειας ήταν πλέον πραγματικότητα, ένα ασύγκριτο δίδυμο σάρωνε εκεί όπου είχε εφευρεθεί το LP. Στη Νέα Υόρκη η Carmen Amaya και ο Sabicas, η ανεπανάληπτη χορεύτρια-τραγουδίστρια του φλαμένκο και ο τρομερός κιθαρίστας, κατακτούν τον χρυσό δίσκο. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και το 1956 παρακαλώ!

Πώς μπήκε το φλαμένκο στις λίστες μας; Αυτό που περισσότερο μοιάζει με το φλαμένκο και συναντούμε στις πρώτες ισπανικές λίστες, μεταξύ του 1959 και του 1960, είναι η ποπ τραγουδίστρια Gelu με ένα γαλλικό τραγούδι σε ρυθμό bulería με τίτλο Los gitanos [Οι τσιγγάνοι]. Το 1961 θριάμβευε με κραυγούλες έναντι ενός ''φλαμένκο ροκ'' ιταλικής προέλευσης. Μακριά από τέτοια σκηνικά, εκείνη τη χρονιά οι Chiquitos de Algeciras, οι Paco και  Pepe de Lucía, κάνουν την εμφάνισή τους που στέφεται με αποτυχία. Αρχίζει να γίνεται ξεκάθαρο ότι με τον Chacón και τον Niño Ricardo, όσο κι αν το λέει η καρδιά των νεαρών που καταπιάνονται με το θέμα, δεν καταφέρνουν να κάνουν επιτυχία. Και λέμε ότι αρχίζει γιατί αρκετοί από τους αναμφισβήτητους θριάμβους του πρώτου δίσκου μεγάλης διάρκειας, εγχώριους και διεθνείς, έφτασαν από το χώρο του φλαμένκο: κάποια άλμπουμ του κιθαρίστα Luis Maravilla, η ανθολογία της Hispavox ή η Carmen και ο Sabicas. Αλλά οι καιροί άλλαζαν, yeh-yeh-yeh.

altΤο 1962, επιτέλους, η La Paquera de Jerez, αποκτά μια θέση στις υψηλές πωλήσεις με το Maldigo tus ojos verdes [Καταριέμαι τα πράσινα μάτια σου]. Κατέγραψε τα tientos[8] των Gallardo και Sánchez το 1958, αλλά ούτε η τρεμουλιαστή φωνή της κατάφερε να την ακούσει ο κόσμος μαζικά εκείνη τη στιγμή. Αλλά ήταν σίγουρο στοίχημα. Εσύ και εγώ το γνωρίζαμε. Η ελπίδα είναι το τελευταίο που μπορούν να σου πάρουν. Και το Maldigo tus ojos verdes μετατράπηκε σε αληθινό σουξέ που εγκαινίαζε την ιστορία του φλαμένκο σε δίσκους 45 στροφών το λεπτό: «Αυτό όντως προκάλεσε τρομερή αίσθηση! Μου άνοιξε πολλούς δρόμους», αποκάλυπτε η τραγουδίστρια.

Το φλαμένκο μπήκε στις πρώτες λίστες επιτυχιών σιγά σιγά, χωρίς βιασύνη: με πολλή σύνεση και tientos, που είναι αργά tangos[9]. Μάθαμε για την La Paquera. Η συνάδελφος της, Niña de Antequera, επίσης χρειάστηκε να περιμένει τέσσερις σεζόν μέχρι που με το σκυλίσιο θέμα με tientos ¡Ay mi perro! [Αχ o σκύλος μου!] σάρωσε το 1962. Επιπλέον, αφού είχαν λυσσάξει οι καλλιτέχνες του φλαμένκο με υγιή φώνηση να κερδίσουν ακροατές, έφτασε στις μεγάλες αίθουσες συναυλιών ο Rafael Farina με το Mi perro amigo [Ο φίλος μου ο σκύλος], άλλο ένα τραγούδι με tientos... Έτσι λοιπόν αρχίσαμε με πολλή σύνεση και σκυλίσια τέχνη.

Από παλιά φανερώνεται η προτίμηση στους διμερείς ρυθμούς, που πηγάζουν από το τανγκό φλαμένκο, στην προσπάθεια να καθηλωθεί το κοινό και να γεμίσουν οι τσέπες. Ο παραγωγός Mario Pacheco θα το διαπιστώσει με το Jóvenes flamencos [Νεαροί καλλιτέχνες του φλαμένκο]. Αυτό σημαίνει ότι η υποψιασμένη μουσική βιομηχανία ρίχνει το βάρος στο tango, και στη rumba, την μπριόζα φλαμένκα κόρη του.

Με τη rumba[10] σαρώνει ο Peret στο El Duende, τη φλαμένκο σκηνή της Pastora Imperio και του Gitanillo de Triana στη Μαδρίτη. Είχε προηγηθεί στην σκηνή ο Chano Lobato, που θα γίνει η απόλυτη αυθεντία του φλαμένκο τραγουδιού του Κάντιθ, ο οποίος έκανε το ντεμπούτο του στο βινύλιο ως ένας rumbero ''υψηλού βολτάζ''. Έτσι μας το διηγήθηκε: «Το Cacharrito ήταν το σουξέ που έκανε θραύση. Έκανε μεγάλη θραύση, παρόλο που θα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν πάρει άλλη τροπή. Έκανε τρομακτική επιτυχία. Ο Cacharrito ήταν μια φυσιογνωμία που γνώρισα όταν έφτασα στο El Duende: ένας μαυρούλης ο οποίος τραγουδούσε αυτό: «A dónde quieren llevar al negro.. / Cacharrito p´ aquí / Cacharrito p´ allá» [Όπου θέλουν να πάνε τον μαύρο.. / ο Cacharrito πάει από δω / ο Cacharrito πάει από κει]. Ύστερα βγήκε ο Peret και ήταν αυτός που… Αλλά αυτή ήταν η πρώτη επιτυχία. Ο Manuel Portela θέλησε να βάλει ένα χεράκι για να στήσουμε κάτι και να συστηθώ ως καλλιτέχνης. Όπως αυτές οι ''φούσκες'' που βλέπουμε σήμερα, σωστά;».

Η λαϊκή αποδοχή του Cacharrito (1960) είχε τις επιπτώσεις της. Έτσι δεν είναι, Chano;: «Η rumba είχε τέτοια επιτυχία που ένα αγόρι από την Σεβίλλη, o El Quini, ο οποίος προχωρούσε έφιππος σε μία λιτανεία της Μεγάλης Εβδομάδας παίζοντας τρομπέτα, όταν κλείδωσαν τις εικόνες έπαιξε το Cacharrito και δεν φαντάζεσαι το πανδαιμόνιο που επικράτησε! Εκείνη την εποχή υπήρχε μεγάλη αυστηρότητα. Το ίδιο ίσχυε για τη Μ. Εβδομάδα. Και αυτός σαν να μην έτρεχε τίποτα έπαιξε το Cacharrito στην τρομπέτα… Βρήκε τον μπελά του, αλλά ήταν κορυφαίο. Έπειτα άκουσα κι εγώ στις σχολές χορού να χρησιμοποιούν το Cacharrito, να το χορεύουν στην τηλεόραση...».     

Στην Ισπανία του 1964, όταν αρχίζουν σόλο καριέρα στη δισκογραφία ο Paco de Lucía και ο Manolo Sanlúcar, και οι Los Sonors κάνουν την δική τους βερσιόν στο Los campanilleros, ακούγεται παντού το μουσικό θέμα América, του Leornand Bernstein, με κάθε είδους ενορχήστρωση σε διμερή ρυθμό για να του δώσει ποπ χαρακτήρα. Γιατί το αυθεντικό θέλησε να το διαμορφώσει ο συνθέτης του σε τριμερή ρυθμό bulería. Είπε: «Το μόνο που με ενδιαφέρει μουσικά στην Ισπανία είναι το φλαμένκο». Στο μεταξύ, την Ισπανία το μόνο που την ενδιαφέρει είναι να το εξαμερικανίσει: «Αυτή είναι η ιστορία, η τρελή ιστορία, του ανάποδου κόσμου» (τραγουδούν οι Amaral). Μόλις είχε ξεκινήσει η ασυνάρτητη περιπέτεια για την κατάκτηση του χρυσού δίσκου.

Μια δεκαετία μετά τις πρώτες εκφράσεις της rumba, ετοιμάζεται η επανάσταση nonaino[11]. Θα έρθει το λεγόμενο Gipsy Rock, με τις παραγωγές του José Luis de Carlos όπου οι ήχοι της ηλεκτρικής κιθάρας τολμούσαν να αναμετρηθούν με αυτούς του ίδιου του Jimi Hendrix. Είναι η εποχή των Los Chorbos –με τον Manzanita–, του El Luis και των Las Grecas... Το Te estoy amando locamente [Σ’ αγαπώ τρελά] (1973) θα ακουστεί σε τονικότητα μινόρε από τον Paco de Lucía, σε μια ημιαυτοσχέδια rumba ονομαζόμενη Entre dos aguas [Ανάμεσα σε δυο ύδατα] η οποία αφού περνάει σχεδόν απαρατήρητη, με τον Jesús Quintero στο business process management, αναβιώνει στα τέλη του 1974 και προκαλεί παγκόσμια αίσθηση! Ο Manolo Sanlúcar καβάλα στο Caballo negro [Μαύρο άλογο] (1975) του επίσης ανεβαίνει στο νούμερο 1. Θα τον ακολουθήσουν το 1976 ο Victor Monge, ''Seranito'', με το Luz de luna [Φεγγαρόφως], και ο Paco Cepero, με το Azabache [Γαγάτης]. Στο soundtrack της Ισπανίας που μετέχει στον πόνο του ετοιμοθάνατου δικτάτορα και αρχίζει να διακρίνει τη μεταπολίτευση, αφθονούν οι γιορτινές κιθάρες του φλαμένκο που ρίχνουν φως στο καινούριο ξημέρωμα.

Με μια bulería, Tápame [Σκέπασέ με] (1974), είχε μπει στις μουσικές λίστες ο Pansequito συνοδευόμενος από τους Juan και Pepe Habichuela, και με κάποιες bulerías που ανήγγειλαν μια Nuevo día [Καινούρια μέρα] (1975) εντάχθηκαν στη στιγμή οι νεαροί Lole και ο Manuel. Ταυτόχρονα, το Sordera [Κώφωση], του Tío Manuel Soto, επίσης μπαίνει στο Τοp 40 τραγουδιών χωρίς καλά καλά να το πάρει είδηση ο καλλιτέχνης. Τραγουδούσε κάποιες coplas του José Manuel Caballero Bonald που αποδείχτηκε ότι περιείχαν μηνύματα ανοιχτής κοινωνικής δέσμευσης, και σε κάποια δέσμευση βρέθηκε μπλεγμένος. Τον Εnrique Morente περιέβαλαν τότε οι χιλιάδες αναπτήρες που στις συναυλίες μακράς διαρκείας άναβαν για να μεταδώσουν ζέστη στο Estrella [Αστέρι] (1977) των tangos του, που οδηγούσε προaltς έναν «κόσμο με περισσότερες αλήθειες, με λιγότερα μίση», «έναν καινούριο κόσμο, χωρίς τουφέκια και δηλητήρια». Το υγραέριο του αναπτήρα δε διαρκεί πολύ: θα συνεχίζαμε να σκοτωνόμαστε. Αλλά θα γεννηθεί άλλο αστέρι: η Estrella Morente.

Ο Camarón de la Isla κέρδιζε οπαδούς και οι παραγωγές του αναζητούν τώρα τη μίξη των μουσικών στιλ. Έρχεται το La leyenda del tiempo [Ο θρύλος του χρόνου] (1979), που επαινέθηκε μόνο από τον ροκ Τύπο. Αλλά αυτό από μόνο του ήταν ένα μεγάλο βήμα. Αφού περάσει μια δεκαετία κατακτά τον χρυσό δίσκο μόλις αρχίσει να ακούγεται το Soy gitano [Είμαι τσιγγάνος]. Το ένδοξο πλήρες έργο του Camarón σε επανέκδοση αποφέρει μεγάλα χρηματικά οφέλη, και οι φλαμένκο συνάδελφοί του επίσης βλέπουν τα κέρδη τους να αυξάνονται. Οι Raimundo και Rafael Amador, ''Pata Negra'', έψαξαν κάποιους μάνατζερ-μαϊμού για να θριαμβεύσουν το 1981 με το διασκεδαστικό ρυθμό pasodoble[12] του Kiko Veneno. Μαζί με τον παραγωγό τους Ricardo Pachón θα γευτούν την απόλαυση της μαζικής αναγνώρισης του δικού τους rock-flamenco-gitano.

Μαζί με τον Ketama έκανε την εμφάνισή του ο Ray Herendia ο οποίος το 1991 μας αφήνει δυο ύμνους της γενιάς εκείνης: το Alegría de vivir [Χαρά της ζωής] και το Lo bueno y lo malo [Το καλό και το κακό]. Και στο τέλος θα αποδειχτεί ότι οι συνάδελφοί altτου δεν ήταν τρελοί. Άργησαν να θριαμβεύσουν αλλά το έκαναν με αναμφισβήτητο τρόπο το 1995, πρωταγωνιστώντας στον κόσμο του εγχώριου θεάματος. Τρία χρόνια αργότερα ο José Mercé με τον Vicente Amigo θα κάνει το αποφασιστικό βήμα και θα ανοίξει δρόμο για το γενικό χειροκρότημα ακολουθούμενος κατά πόδας από τις φανς: έχουμε λοιπόν το κοριτσάκι που στο τέλος της συναυλίας ξεγλιστρά απαρατήρητο για να αναζητήσει το είδωλο, τον σεκιουριτά που το κυνηγά με το γκλομπ στο χέρι, το άλλο κορίτσι που φτάνει στο καμαρίνι και βλέπει τον Mercé με το σώβρακο… και τον σεκιουριτά που πρέπει να ρίξει το γκλομπ για να εξασφαλίσει ότι η νεαρά δε θα χτυπήσει κατά τη λιποθυμία της. Ο José αποκτά τον Πλατινένιο Δίσκο παίρνοντας Aire [Αέρα] με τον Isidro Muñoz, αφού πουλάει μέσα σε ένα μήνα 100.000 αντίγραφα. Περισσότερο χρόνο χρειάστηκε η Carmen Linares για να αγγίξει αυτά τα νούμερα με τη διπλή ανθολογία-δίσκο της La Mujer en el cante [Η γυναίκα στο φλαμένκο τραγούδι] ή ο κουμπάρος της Enrique Morente με το Omega [Ωμέγα]. Πρόκειται για δυο κορυφαίους δίσκους του είδους που κυκλοφόρησαν το 1996. Ήταν όταν ο Paco Ortega, βοηθούμενος από τον Alejandro Sanz κάνει γνωστή τη Niña Pastori. Tú me camelas [Εσύ με κολακεύεις], θα πει αμέσως στο κοινό. Ο Pitingo με τις pitinguerías[13] και τις soulerías[14] του, είναι μέχρι στιγμής ο τελευταίος που έγινε διάσημος στο χώρο του φλαμένκο.

Στο διάστημα που έχουμε διανύσει από τον 21ο αιώνα υπάρχει ένας αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής. Ονομάζεται Ramón, Dieguito τον ονόμασε ο Camarón, και είναι σήμερα γνωστός ως El Cigala. Μαζί με τους Bebo Valdés, Javier Limón και Fernando Trueba, ο ανιψιός του Farina δημιουργεί μουσική τάση με το άλμπουμ Lágrimas negras [Mαύρα δάκρυα] (2003) και αφού αποσπά σωρεία βραβείων κάνει μια βόλτα στη Λατινική Αμερική όπου τον περιμένει πλήθος κόσμου. Τώρα μόλις επέστρεψε με το Dos Lágrimas [Δύο δάκρυα]. Ελπίζουμε ότι αν κλάψει με μαύρο δάκρυ, δε θα είναι λόγω της πειρατείας.

Και αφήσαμε για το τέλος την χαριστική βολή: αυτή που στηριζόμενοι στην πλάτη του καναπέ του στούντιο εκτέλεσαν με τέσσερα χέρια οι Manolito Soler και Dr. Keli ενισχύοντας το ''aaaahiiii'' των Los Del Río στην ηχογράφηση του Macarena [Μακαρένα]. Τι τρομερή τύχη! Αυτή κι είναι είναι η οριστική βολή για να μπορέσεις να αποσυρθείς!


[1] cante hondo: Είδος φλαμένκο τραγουδιού που χαρακτηρίζεται από πολυάριθμα γυρίσματα της φωνής σε παραπονιάρικο τόνο και με έντονη έκφραση συναισθήματος.

[2] colombiana: Είδος φλαμένκο τραγουδιού διανθισμένο με στοιχεία από το λατινοαμερικάνικο φολκλόρ.  

[3] copla: Είδος ισπανικού φολκλόρ τραγουδιού ανδαλουσιανής προέλευσης.

[4] zortziko: Είδος παραδοσιακού λαϊκού χορευτικού ρυθμού της Χώρας των Βάσκων και της Ναβάρας.

[5] zambra: Είδος φλαμένκο χορού των τσιγγάνων της Γρανάδας.

[6] tanguillo: Είδος φλαμένκο τραγουδιού από το Κάντιθ, με ζωηρό και χαρούμενο ρυθμό.

[7] bulería: Λαϊκό τραγούδι και χορός της Ανδαλουσίας με ζωηρό ρυθμό που συνοδεύεται από παλαμάκια.

[8] tiento: Είδος τραγουδιού της Ανδαλουσίας.

[9] tango: Ένα από τα βασικά στιλ του φλαμένκο, με στροφή τριών ή τεσσάρων οκτασύλλαβων στίχων.

[10] rumba: Οικογένεια μουσικών ρυθμών και είδος χορού της Κούβας. Στην Ισπανία έχουμε τη rumba flamenca και τη rumba catalana.

[11] nonaino: Είδος όπου αναμιγνύονταν η rock, η rumba, οι αραβικοί ρυθμοί, η funk και η τσιγγάνικη μουσική. Συνώνυμο της Gipsy Rock.

[12] pasodoble: Μουσική ισπανικού χορού με διμερή ρυθμό εμβατηρίου.

[13] pitinguería: Στοιχεία της ιδιοσυγκρασίας του Pitingo τα οποία εισάγει στη μουσική του.

[14] soulería: Μουσική soul σε ρυθμό bulería.

Μετάφραση: Σίσσυ Τσατσαρώνη

Επιμέλεια: Βίκυ Ρούσκα

Πρωτότυπο κείμενο: www.elpais.com