AltΜαύρο φλαμένκο.

H ιστορία της μοιάζει με την ιστορία τού είδους που εκπροσωπεί. Για την ακρίβεια, αποτελεί από μόνη της ένα ξεχωριστό σημείο αναφοράς από νεαρότατη ηλικία. Αν υποθέσουμε ότι ο όρος άφρο-φλαμένκο υφίσταται, τότε η Buika είναι η πρωτεργάτριά του.

Η Maria da Concepcion Balboa Buika γεννήθηκε το 1972 στη Μαγιόρκα της Ισπανίας. Η οικογένειά της, με ρίζες στην Ισημερινή Γουινέα, πρώην ισπανική αποικία, και υπό την απειλή ενός σκληρού δικτατορικού καθεστώτος που κατεδίωκε τον πατέρα της, μετέβη στην ισπανική Μαγιόρκα. Από πολύ νωρίς ένιωσε βαθιά μέσα της ότι έπρεπε να υπερασπιστεί την καταγωγή της, από τη μια, και τη θέση της στην κοινωνία της χώρας που την υποδέχτηκε, από την άλλη. Το μαύρο χρώμα τού δέρματός της φανέρωνε περίτρανα τις αφρικανικές ρίζες της σε μια λευκή χώρα.

Έτσι η μικρή μαύρη Buika βρέθηκε να μεγαλώνει σ’ ένα πληθυσμιακό μωσαϊκό από ντόπιους, Αμερικανούς εκατομμυριούχους, Γερμανούς και Άγγλους τουρίστες και φτωχούς τσιγγάνους της περιοχής. Κανένας δεν είχε ωστόσο αφρικανική καταγωγή. Έπρεπε λοιπόν να υποστεί από πολύ μικρή τα σχόλια και όφειλε να παλέψει διπλά για την κοινωνική της θέση. Η μουσική κλίση της αποδείχτηκε το όπλο που θα την έκανε να πολεμήσει απο νωρίς. «Ήμουν πάντα η μόνη μαύρη στο θέατρο, στην τάξη, στη βιβλιοθήκη, στην ντισκοτέκ» θυμάται. Οι τσιγγάνικες μελωδίες ήταν οι πρώτες μουσικές αναφορές της. Το ανδαλουσιανό πάθος επρόκειτο να την οπλίσει με ισχυρή αυτοπεποίθηση. Μόνον όμως έπειτα από μια επίσκεψη στο Λονδίνο με την προοπτική να σπουδάσει θέατρο κατάλαβε ότι η μοίρα την έσπρωχνε στο τραγούδι. Όλα συνέβησαν ύστερα από μια συναυλία που παρακολούθησε με τον Pat Metheny.

Οι αφρικανικές μελωδίες δεν έλειπαν βέβαια από τα αυτιά της Buika, αφού τις άκουγε από τη μητέρα της, η οποία είχε στολίσει έναν ολόκληρο τοίχο του σπιτιού με παλιούς δίσκους με τζαζ ρεπερτόριο. Οι πρώτες εμφανίσεις της έγιναν σε μικρά κλαμπ της Μαγιόρκας και στη γειτονική Ίμπιζα. Αργότερα, θα δοκιμάσει την τύχη της στα καζίνα του Λας Βέγκας, παριστάνοντας τη σωσία της Tina Turner και της Diana Ross. «Το Λας Βέγκας είναι ένα μέρος χαμένων ονείρων» θα ομολογήσει χρόνια αργότερα και –για να μείνει ζωντανό το όνειρο αυτό– θα επιστρέψει στην Ισπανία και θα αναμειχθεί ενεργά στην τοπική μουσική σκηνή του φλαμένκο. Μια μαύρη με μια εκπληκτικά καπνισμένη δυναμική φωνή και μια ακόμη πιο θεατρική παρουσία στη σκηνή, ήταν πρόκληση για κάθε παραγωγό. Η αρχή γίνεται με τη συμμετοχή της τη δεκαετία του ’90 σε διάφορες παραγωγές Ισπανών dj αλλά και στα σάουντρακ κάποιων εγχώριων φιλμ. Το 2005 όμως τα πράγματα αρχίζουν να παίρνουν επιτέλους την τροπή που η ίδια επιθυμούσε. Κυκλοφορεί το ντεμπούτο της με το όνομά της Buika και αμέσως ξεχωρίζει για τον διαφορετικό τρόπο που αντιλαμβάνεται το φλαμένκο: μπολιασμένο με αφρικανικές επιρροές και με στοιχεία από σόουλ και coplas.

Αυτό το χαρμάνι θα γίνει πιο ευωδιαστό στο δεύτερο cd Μi Niña Lola, με αρκετές δόσεις φλαμένκο, τζαζ, bulerias και tanguillos. Ο παραγωγός Javier Limón θα την οδηγήσει ένα βήμα πιο βαθιά στην επιτυχία, με τον οποίο κυκλοφορεί το 2008 το Niña De Fuego, με επανεκτελέσεις ισπανικών coplas αλλά και με μπαλάντες από το Μεξικό. Εδώ η Buika θα μιλήσει –μεταξύ άλλων– για εκείνες τις μοναχικές γυναίκες που έχουν υποστεί την απιστία από τους αγαπημένους τους, είτε άντρες είτε γυναίκες. Έτσι εισάγει στην τέχνη της αυτοβιογραφικά στιγμιότυπα από τη ζωή της, που δικαιολογούν την αλήθεια της πάνω στη σκηνή: ενός καλλιτέχνη που έχει ζήσει έντονα τον έρωτα σε όλες του τις μορφές, με σαφή αμφιφυλόφιλο προσανατολισμό, μεγαλώνοντας μόνη της το γιο της και υπερασπιζόμενη την ερωτική ελευθερία και το σεβασμό στη σχέση των ανθρώπων. Η στάση της δεν προκαλεί, αφού η ίδια καταφέρνει να επιβάλλεται, αλλά και να μη συμβιβάζεται και να χαράζει με την ίδια πάντα θέρμη και πάθος την προσωπική και την καλλιτεχνική πορεία της.

Ακριβώς πριν από ένα χρόνο, τον Απρίλιο του 2009, πραγματοποιείται στην Αβάνα της Κούβας ένα κονσέρτο-αφιέρωμα στα ενενηκοστά γενέθλια της διάσημης ερμηνεύτριας Chavela Vargas, μιας από τις μούσες του Ισπανού σκηνοθέτη Pedro Almodóvar, διοργανωτή της εκδήλωσης. Ο ίδιος από καιρό είχε προσέξει τη Buika• βρήκε λοιπόν τότε την ευκαιρία να την καλέσει στη σκηνή. Η επιτυχία του εγχειρήματος, αναμφισβήτητη• αυτό δε που ακολούθησε, ήταν εκπληκτικό. Ο γιος του διάσημου πιανίστα Bebo Valdés, ο Chucho, υπό την προτροπή του πατέρα του, της προτείνει να τραγουδήσει το ρεπερτόριο της Vargas και να φτιάξουν έναν ανάλογο δίσκο. Χρειάστηκαν μόλις έντεκα ώρες στο στούντιο και, μέσα σε μία μόλις μέρα, το El Último Trago (Ο Τελευταίος Γύρος) –Warner, 2009– ανέδυε τη θαυμαστή συνεργασία παραγωγού, πιανίστα και ερμηνεύτριας, η οποία πάτησε για τα καλά στο κλίμα του μεξικάνικου και του κουβανέζικου μπολέρο και απέδωσε με περίσσια ευαισθησία και με φλαμένκο νοοτροπία δώδεκα πανέμορφα τραγούδια. Η συνεργασία τους ήταν μια σχέση μαθητή-δασκάλου για την ερμηνεύτρια: «Μερικές ανακαλύψεις που έκανα στη διάρκεια της συνεργασίας ήταν πολύ προσωπικές. Έμαθα όμως, μαζί με τον Chucho, ότι κάθε μελωδία δεν είναι μόνο μια σειρά από νότες. Κάθε νότα είναι μια αναζήτηση, κάθε νότα προσπαθεί να σε δελεάσει. Υπάρχουν χρώματα και μελωδικές γραμμές οι οποίες μπορούν να σου αποκαλύψουν τα πιο βαθιά σου αισθήματα. Αυτό έμαθα από το μαέστρο: τον τρόπο που μια νότα μπορεί να διεισδύσει εντός σου» θα πει η ίδια και θα αποδείξει, για μία ακόμη φορά, ότι δεν πρόκειται να επαναπαυτεί στις δάφνες της.

Αυτή τη στιγμή η Buika είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές φωνές τής νέας σκηνής του φλαμένκο, το οποίο αγγίζει ένα πιο νεανικό και με λιγότερες παρωπίδες κοινό, που δέχεται ευχάριστα τις προσμείξεις τού είδους με ό,τι δημιουργικό δεν το πληγώνει αλλά το οδηγεί παραπέρα στην ιστορία της μουσικής. Η Buika σέβεται το είδος, το κοινό της και πάνω απ’ όλα τις όποιες επιλογές της, συνδυάζοντας προσωπική και καλλιτεχνική οντότητα με λειτουργική συνέπεια και δημιουργική ωριμότητα. Μια ολοκληρωμένη περσόνα του σήμερα και του αύριο!

Παναγιώτης Γιαννέλης
Περιοδικό ΔΙΦΩΝΟ