PARAGUAY, Iguazú: Ινδιάνα... Intel Inside, Φωτο.: Ηλίας Ταμπουράκης, 1996 & UNESCO, 2006

1. Μεξικό: Αζτέκοι [i], συλλέκτες… πολιτισμών
Ο μύθος των πέντε Ηλίων: Πειραματισμοί με τις ουσίες

Στη Μέση Αμερική, οι Αζτέκοι (aztecas) πίστευαν ότι είχαν υπάρξει κι άλλοι Κόσμοι πριν από το δικό τους, οι οποίοι φωτίζονταν από τέσσερις Ήλιους[ii], ο καθ’ ένας από τους οποίους είχε διάρκεια 260 ημερών –όπως κι ο ένας από τους δύο ημερολογιακούς κύκλους των Μάγια-, και ταυτίζονταν με τέσσερις αντίστοιχες θεότητες και τέσσερις ανθρωπότητες. Ο κάθε Ήλιος συνδεόταν αντίστοιχα με τη γη, τον άνεμο, τη φωτιά ή το νερό. Αυτά τα στοιχεία συνέθεταν ή κατέστρεφαν εκείνους τους Κόσμους.

Ο πρώτος Ήλιος –ο Οσέλοτονατίου (Ocelotonatiuh)- ήταν ο δημιουργός της φωτιάς, του ουρανού, της Γης, της θάλασσας, του Κάτω Κόσμου, του πρώτου ζεύγους ανθρώπων και του ιερού ημερολογίου. Στη Γη κατοικούσε μία φυλή γιγάντων, οι οποίοι κατασπαράχθηκαν από μία αγέλη ιαγουάρων οσέλοτλ (océlotl), που βγήκαν από τη θάλασσα. Λένε οι Αζτέκοι ότι τα απολιθώματα μαμούθ που έβρισκαν κοντά στην αρχαία πρωτεύουσά τους, την Τενοστίτλαν (Tenoxtitlán)[iii], ήταν τα κόκαλα εκείνων των γιγάντων.

Ο δεύτερος Ήλιος –ο Εχέκατονατίου (Ehecatonatiuh)- ήταν ο δημιουργός του ανέμου. Η Ανθρωπότητα εκείνου του Κόσμου παρασύρθηκε από τυφώνες. Διηγούνται οι ιθαγενείς ότι οι μαϊμούδες που τρέχουν τρομαγμένες ανάμεσα στα κλαδιά των δέντρων, είναι οι απόγονοι εκείνων των πρωτανθρώπων. Στο Πόπολ Βουχ, τη Βίβλο των Μάγια της Γουατεμάλας, υπάρχουν αναφορές για ημίθεους που μεταμορφώθηκαν σε μαϊμούδες.

Ο τρίτος Ήλιος –ο Κιάουτονατίου (Quiauhtonatiuh)- ήταν της βροχής. Η Ανθρωπότητα εξολοθρεύτηκε από μία πύρινη βροχή –ίσως λάβα από τα ηφαίστεια της κοιλάδας του Ανάουακ (Anáhuac), στο κεντρικό Μεξικό. Οι απόγονοι των ανθρώπων εκείνων είναι οι γαλοπούλες.

Ο τέταρτος Ήλιος –ο Άτονατίου (Atonatiuh)- ήταν του νερού. Η Ανθρωπότητα πνίγηκε σ’ έναν κατακλυσμό. Τα ψάρια που γνωρίζουμε σήμερα είναι οι ψυχές εκείνων των ανθρώπων. Κατακλυσμιαία καταστροφή της δεύτερης Ανθρωπότητας από ξύλο υπάρχει και στο Πόπολ Βουχ των Μάγια.

Ο πέμπτος Ήλιος -ο Νάουι όλιν (Nahui ollin), που σημαίνει: «4-σεισμός» (όχι: σεισμοί)-, δημιουργήθηκε στη μητρόπολη Τεοτιγουακάν (Teotihuacán) [βλ. σχ. 24], του ομώνυμου πολιτισμού. Το όνομά του φανερώνει το μοιραίο μας μέλλον…

Στην παράδοση των Μάγια –που ζουν σε περιοχές του Μεξικού και της Γουατεμάλας-, ο έκτος Ήλιος ήταν εκείνος που έφερε την επάνοδο του πολιτισμικού ήρωα, βασιλιά και θεού, δηλαδή του Φτερωτού Φιδιού Κουκουλκ’άν (Kukulk’an) [βλ. σχ. 42☼]. Όταν, λοιπόν, έφτασαν οι Ισπανοί Κατακτητές στο Γιουκατάν (Yucatán), στις 27 Φεβρουαρίου του 1520, οι ιθαγενείς, νομίζοντας ότι ήταν οι θεοί τους που επέστρεφαν –όπως τους είχαν υποσχεθεί-, τους προσκύνησαν, χάνοντας έτσι για πάντα την ανεξαρτησία τους και την εθνική τους ταυτότητα.[iv]

2. Περού: Ίνκα [v], πολιτισμικοί ενωποιητές

Οι πέντε Ήλιοι επαναλαμβάνουν τη Δημιουργία του Κόσμου στο Νότο

Όπως οι Αζτέκοι στο Μεξικό, έτσι και οι Ίνκα (inca) στο Περού, χώριζαν τις δυναστείες των προϊστορικών βασιλείων τους σε χιλιετηρίδες και περιόδους που κατέληγαν σε κατακλυσμούς. Κάθε τέτοια χρονική περίοδος αντιστοιχούσε σ’ έναν Ήλιο και σε μία διαφορετική Ανθρωπότητα.

Η πρώτη εποχή ήταν των Γουάρι Βιρακ’ότσα ρούνα (Wari Wiraqhocha runa), δηλαδή των ανθρώπων του Βιρακ’ότσα –του θεού των υδάτων- όπως ο τρίτος και ο τέταρτος Ήλιος των Αζτέκων.

Η δεύτερη εποχή ήταν των Γουάρι ρούνα (Wari runa), των ιερών ανθρώπων. Η τρίτη ήταν η εποχή των άγριων ανθρώπων Π’ούρουν ρούνα (Phurun runa). Οι πολεμιστές Άουκα ρούνα (Auka runa) αντιστοιχούσαν στην τέταρτη εποχή. Ο Ήλιος της πρώτης εποχής καταστράφηκε από ασθένειες και πολέμους, σύμφωνα με τους δυσμενείς οιωνούς. Στο τέλος της δεύτερης περιόδου, ο Ήλιος κουράστηκε κι αρνήθηκε να προσφέρει το φως του στην Ανθρωπότητα για 24 ώρες. Παρ’ όλες τις θυσίες που προσέφεραν οι άνθρωποι στους θεούς, ο Κόσμος κάηκε από μία ουράνια φωτιά –όπως ο τρίτος Ήλιος των Αζτέκων.

Ο τρίτος Ήλιος των Ίνκα κατέληξε σε κατακλυσμό –όπως και ο τέταρτος των Αζτέκων, αλλά και η δεύτερη Ανθρωπότητα από ξύλο του Πόπολ Βουχ.

Το τέλος της τέταρτης ηλιακής περιόδου δεν αντιστοιχεί σε καμία κοσμική καταστροφή: οι άνθρωποι έγιναν πλαδαροί, αδιάφοροι και χωρίς πρωτοβουλίες, κι επιδίδονταν σε σεξουαλικές καταχρήσεις. Για την αιμομιξία, όμως, θα μιλήσουμε αργότερα.

Η Ανθρωπότητα αναγεννήθηκε –για πέμπτη φορά- από τον Μάλλκου Κ’άπακ (Mallku Qhapaq), έναν από τους τέσσερις αδερφούς Άγιαρ (Áyar), -τα αυτοκρατορικά πνεύματα- ο οποίος βγήκε από τη σπηλιά Πακάρικτάνπου (Paqariqtanpu), κοντά στο Κούσκο (Qosqo, Cuzco, Cusco)[vi] του Περού, κι αφού νίκησε τους αδελφούς του, ίδρυσε την Ινκαϊκή Αυτοκρατορία στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, που λεγόταν Ταγουάντινσούγιου (Tawantinsuyu).

(Βλ. σχ. 67)

3. Παραγουάη: Μμπ’α Τουπί-Γουαρανί [vii], θεολόγοι μίας οικολογικής θρησκείας.

«Ρέει ο λόγος από τα δέντρα»

Ο Γάλλος ανθρωπολόγος Πιέρ Κλαστρ (Pierre Clastres)[viii] χαρακτήρισε τους ιθαγενείς Μ’μπ-α Τουπί-Γουαρανί (Mb’a tupí-guaraní), που ζουν στην Παραγουάη ως τους «μεγάλους θεολόγους του δάσους». Οι σοφοί τους –που λέγονται Καραΐ (karaí)- συνομιλούν με τους θεούς, και χρησιμοποιούν ως όχημα γι’ αυτήν την πνευματική μετάβαση τον ονομαζόμενο «όμορφο πρωτογενή λόγο» -ή αλλιώς: ñe’e porã tenondé (νιέ’ε ποράν τενονντέ)-, δηλαδή τη θρησκευτική τους μυθολογία, σύμφωνα με την οποία:

«[…] Μέσα από τη θεϊκή του γνώση των πραγμάτων,
γνώση που δημιουργεί την ύλη,
τα δημιουργεί και δημιουργείται ο ίδιος·
μ’ αυτά φτιάχνει την ίδια του τη θεότητα, ο Πατέρας μας.
Η Γη δεν υπάρχει ακόμη,
βασιλεύει η αρχέγονη νύχτα·
δεν υπάρχει γνώση των πραγμάτων,
θεμέλιο του επερχόμενου λόγου.
Μ’ αυτά φτιάχνει την ίδια τη θεότητά του
ο Νιαμανντού, Πατέρας Αληθινός, Πρώτος.
[…]
Δημιουργούνται τα θεμέλια του επερχόμενου λόγου·
γνώριμο Ένα που συγκεντρώνει
μέσα απ’ τη θεϊκή γνώση των πραγμάτων,
γνώση που δημιουργεί την ύλη,
κάνει ν’ αναβλύζει, μοναδική
η πηγή του ιερού άσματος. […]»

Αυτό σημαίνει:

Μες τη σκοτεινιά που προϋπήρχε των πάντων, ο «Πατέρας μας ο Πρώτος και Αληθινός» προκάλεσε τη Δημιουργία από το ίδιο του το σώμα -δηλαδή το αρχέγονο Χάος- (που εδώ μπορεί να συγκριθεί με το αντίστοιχο Χάος της μυθολογίας από τη Γουατεμάλα, αλλά και από την αρχαία Ελλάδα), και αυτο-ονομάστηκε Νιαμανντού (Ñamandú). Η Δημιουργία του Εαυτού του προήλθε από την ακτινοβολία της θεϊκής του σοφίας, που βρισκόταν σ’ αυτό που έμελλε να μεταμορφωθεί στην ίδια του την καρδιά.

Η μεγαλοπρεπής εκείνη διαδικασία παρομοιάζεται με την ανάπτυξη ενός δέντρου: τα πόδια του είναι οι ρίζες, τα χέρια του κλαδιά, έχει τα δάχτυλα σα φύλλα και το κεφάλι του καλύπτει τη ζούγκλα σαν πράσινη ομπρέλα.

Η δεύτερη φάση της Δημιουργίας αποτελείται από την εμφάνιση του ανθρώπινου γένους και της ικανότητας του να μιλά. Το Πορανγκουέ’ί (Porangüé’i) –ο θεϊκός λόγος-, που διακρίνεται σαφώς από το αβά νιέ’ε (awá ñe’e) –το λόγο του κοινού θνητού-, φέρνει τον Άνθρωπο στο σημείο ν’ απολαμβάνει την αθανασία.

Το επόμενο στάδιο είναι εκείνο της δημιουργίας τεσσάρων βοηθητικών θεοτήτων: του Νιαμανντού-Μεγάλη Καρδιά, που είναι ο Κύριος του Λόγου, -σαν τον Ου Κ’ους Κ’αχ (U K’ux K’aj), την Καρδιά του Ουρανού των Μάγια-, του Καραΐ –του Μέγιστου Κυρίου της Ηλιακής Φωτιάς-, του Γιακαϊρά (Jacairá) –δηλαδή του Κροκόδειλου και Κυρίου της Ομίχλης-, που μετριάζει τη θερμοκρασία του τροπικού δάσους, και του Tupã –που είναι ο Κύριος των Υδάτων και του Κεραυνού. Ο καθένας τους απέκτησε μία σύντροφο που ονομάζεται Αληθινή Μητέρα.

Ο Νιανντερού Μ’μπα’εκουά (Ñanderu Mba'ekuá), ο Σοφός Πατέρας, -τον οποίον είχε δημιουργήσει ο Πρώτος και Αληθινός Πατέρας, ο Νιαμανντού, τον συναντά και μαζί πλάθουν μία γυναίκα από μία πήλινη στάμνα. Το όνομά της είναι Ñandesy. Εκείνη συνάπτει αιμομικτικές σχέσεις και με τους δύο, και αποκτά δίδυμα -έναν γιο από κάθε πατέρα. Όταν ο Νιαμανντού συνειδητοποιεί την αιμομιξία, πηγαίνει να ζήσει στο ουράνιο στερέωμα. Η έγκυος Ñandesy πηγαίνει να τον συναντήσει, αλλά στο δρόμο κατασπαράσσεται από τους ιαγουάρους Γιαγουαρετέ (yaguareté) [Panthera onca]. Τα θεϊκά έμβρια, όμως, επιβιώνουν, και τα μεγαλώνει η γιαγιά των ιαγουάρων. Παρατηρούμε ότι η γέννηση θεϊκών διδύμων από αιμομιξία αποτελεί κοινό στοιχείο ανάμεσα στους προκολομβιανούς πολιτισμούς.

Η τέταρτη και τελευταία φάση της Δημιουργίας γεννά τον άνδρα και τη γυναίκα, τη Γη που θα κατοικήσουν και το φυτικό και ζωικό βασίλειο. Ένας μπλε ιερός φοίνικας βρίσκεται στο κέντρο αυτής της εγκύου Γης. Αυτό το δέντρο στηρίζεται σε άλλους τέσσερις φοίνικες, μπλε και αιώνιους, που εκτείνονται προς τις κατευθύνσεις των τεσσάρων Ανέμων και του Χρόνου. Ακολουθεί η Δημιουργία του Αιθέριου Στερεώματος –το οποίο επίσης στηρίζεται σε τέσσερα κλαδιά και σ’ ένα ακόμη, κεντρικό. Στη συνέχεια, το φίδι μ’μπόι (mboi) ορίζει με τις γραμμές του σώματός του την επιφάνεια της γης, ενώ ο πολύχρωμος τζίτζικας δημιουργεί τους ήχους. Το έντομο που λέγεται «χιρίνο» (girino) [δεν πρόκειται για το γυρίνο, δηλ. το νεογνό του βατράχου], γλιστρώντας πάνω στην επιφάνεια του νερού, του δίνει ζωή κι η πράσινη ακρίδα φτιάχνει τα λιβάδια, ενώ η κουκουβάγια ρίχνει στη Γη τη νύχτα. Ο δασύπους (armadillo) είναι ο καταστροφέας των γήινων θεμελίων.

Αυτή ήταν η Πρωταρχική Γη, η Άσπιλη, που λεγόταν Yvy mara'eỹ, η οποία εξαφανίστηκε μ’ έναν κατακλυσμό, όπως ο τρίτος Ήλιος των Ίνκας, ο τέταρτος των Αζτέκων και η δεύτερη ανθρωπότητα από ξύλο του Πόπολ Βουχ, όταν ο Άχρονος Χρόνος τελείωσε κι ο Άνθρωπος λησμόνησε το σεβασμό του και παρέβη τους κανόνες. Οι μόνοι που επιβίωσαν ήταν όσοι είχαν διαπράξει αιμομιξία, οι οποίοι, ως δια μαγείας, εξυψώθηκαν στο επίπεδο των κατώτερων θεών. Παρ’όλο ότι η αιμομιξία θεωρείται ταμπού, παρατηρούμε ότι η «τιμωρία» των αιμομικτών είναι η συνέχιση της ζωής τους στον ουρανό… Τότε ο Κροκόδειλος Γιακαϊρά δημιούργησε την Ατελή Γη –την Ywy tenondé, τη χώρα της θλιβερής ζωής, όπου η Ανθρωπότητα έχασε την αθανασία, επειδή είχε αγγίξει τη θεϊκή οργή –στοιχείο που θυμίζει τον ιουδαϊκό-χριστιανικό Παράδεισο και την πτώση των πρωτόπλαστων από εκείνον.

Οι Γουαρανί ζουν πεπεισμένοι ότι δεν έχουν γεννηθεί για την ευτυχία. Από αυτήν την πίστη, εκπορεύεται η αντίληψη ότι θα φτάσουν στην Άσπιλη Γη μέσω του Θεϊκού Λόγου.

Όσο για το στοιχείο της αιμομιξίας, θα πρέπει να αναφέρουμε σε αυτό το σημείο ότι η σύγχρονη λατινοαμερικανική καθημερινότητα χαρακτηρίζεται από τη σεξουαλική παρενόχληση των ανηλίκων στα πλαίσια της οικογένειάς τους. Ιστορικοί επισημαίνουν ότι ενώ όλες οι ήπειροι κατακτήθηκαν από τους Ευρωπαίους μέσω των όπλων, η Αμερική κατακτήθηκε από τους Ισπανούς μέσω του βιασμού… Και αυτή η κατάσταση διαιωνίζεται από την προκολομβιανή περίοδο έως τις μέρες μας, με τις ευλογίες της Καθολικής Εκκλησίας…

4. Κολομβία:

Οι Άργουακ[ix] και οι εννέα Κόσμοι τους

Η φυλή των Κόγκι (Cogui) αποτελείται από 5.000 μέλη, στην πλειοψηφία αγρότες, που ζουν στην οροσειρά Νεβάδα Δε Σάντα Μάρτα (Sierra Nevada de Santa Marta)[x] της βορειοανατολικής Κολομβίας. Επικοινωνούν μεταξύ τους διασχίζοντας τους αρχαίους πέτρινους δρόμους της φημισμένης χαμένης πόλης του Ελ Δοράδο (El Dorado)[xi], που είχαν κατασκευάσει οι πρόγονοί τους οι Άργουακ, οι οποίοι πίστευαν ότι:

«Ἐν ἀρχῆ ἦν ἡ Μητρικὴ Θάλασσα. Παντού βασίλευε η καταχνιά. Υπήρχε μόνο το πνεύμα αυτού που επέπροτο να γεννηθεί, η σκέψη και η μνήμη. Σταδιακά σχηματίστηκε η Γη, όπου δημιουργήθηκαν εννέα Κόσμοι: στον πρώτο ήταν η Μητέρα, το νερό και η σκοτεινιά, που έδωσε στη Μητέρα το όνομα Σε-νε-νουλάνγκ (Se-ne-nulang). Υπήρχε, επίσης, ο Πατέρας ο Κατακένε-νε-νουλάνγκ (Katakene-ne-nulang), και ο γιος τους, ο Μπούνκουα-σε (Bunkua-se). Όλα τα υπόλοιπα πράγματα βρισκόταν σ’ ένα πνευματικό στάδιο που λέγεται αλούνα (aluna) και σημαίνει σκέψη.

Ένας τίγρης ήταν ο πατέρας του δεύτερου Κόσμου.

Στον τρίτο εμφανίστηκαν τα σκουλήκια.

Στον τέταρτο Κόσμο βασίλευαν δύο Μητέρες: η Σαγιαγκουαέγιεγιουμανγκ (Sayaguaeyeyumang) και η Ντίτσι-σε-γιουντανά (Ditzi-se-yuntaná) κι ένας Πατέρας, ο Σάι-τανά (Sai-taná). Αυτοί είχαν το προνόμιο να προδιαγράφουν την πορεία της ανθρώπινης ψυχής.

Η Μητέρα του πέμπτου Κόσμου ήταν η πρώτη που προαισθάνθηκε τη Δημιουργία της Ανθρωπότητας. Ο Κόσμος δεν είχε συγκεκριμένο σχήμα, και οι άνθρωποι επαναλάμβαναν σαν τρελοί τη λέξη «σάι» (sai), που σημαίνει «σκοτάδι».

Η Μητέρα κι ο Πατέρας του έκτου Κόσμου –που έφεραν τα αντίστοιχα ονόματα: Μπούνκουα-νε-νουλάνγκ (Bunkua-ne-nulang) και Σάι-τσακά (Sai-chaká), δημιούργησαν τους δύο πρώτους Κυρίαρχους του Κόσμου, που έφεραν τις ονομασίες: Θαλασσί και Μαύρο. Εκείνοι, διαίρεσαν το Σύμπαν σε δύο τμήματα, αντίστοιχα των χρωμάτων που δήλωναν τα ονόματά τους. Καθ’ ένα απ’ αυτά θα περιλάμβανε αργότερα εννέα Κυρίους Μπούνκουα-σε θαλασσί χρώματος στ’ αριστερά και μαύρους στα δεξιά.

Κατά την ύπαρξη του έβδομου Κόσμου, του οποίου Μητέρα ήταν η Αχουνγίκα (Ajunyika), τα σώματα των ανθρώπων απέκτησαν αίμα και τα ασπόνδυλα και αδύναμα σκουλήκια πολλαπλασιάστηκαν στη γη.

Η Κενιαγιέ (Keniayé) και ο Αχουινάκα-τάνα (Ajuinaka-tana) –η Μητέρα κι ο Πατέρας του όγδοου Κόσμου- δημιούργησαν τους τριάντα έξι Πατέρες Κυρίαρχους του Σύμπαντος.

Τελικά, εμφανίστηκε ο ένατος Κόσμος, που αποτελείτο από εννέα Μπούνκουα-σε λευκούς. Οι πατέρες των Κόσμων εκείνων, βρήκαν ένα μεγάλο δέντρο στον ουρανό, πάνω από τη θάλασσα, και κατασκεύασαν στο νερό ένα μεγάλο σπίτι, με ξύλα και λιάνες (τροπικές κληματίδες), το οποίο ονόμασαν Αλούνα.

5. Κόστα Ρίκα: Μπρι-μπρι[xii], σημείο συνάντησης πολιτισμών.[xiii]

Σιμπού, το θεϊκό πτηνό που έσπειρε τη ζωή στη

«Γη όπου τα Βουνά Καπνίζουν[xiv]»

Ο θεός Σιμπού (Sibö) δημιούργησε τους ιθαγενείς Μπρι-μπρι (bri-bri) της νότιας Κόστα Ρίκα από καλαμπόκι. Είχε φέρει εκείνους τους σπόρους όταν ακόμη δεν υπήρχε φως σ’ αυτόν τον Κόσμο. Όταν τ’ άλλα πνεύματα είδαν το καλαμπόκι, αντιμετώπισαν τον πειρασμό να το φάνε. Το πτηνό Σιμπού δεν μπορούσε πλέον ν’ αφήσει το καλάθι όπου φύλαγε το καλαμπόκι. Έπρεπε να το προσέχει μέχρι να καταφέρει να πείσει τα πνεύματα να μην του το κλέψουν.

Ο Αμπέμπρου (Abeblu)[1], ένα κακεντρεχές πλάσμα, κατόρθωσε να κλέψει το καλάθι με το καλαμπόκι του θεού Σιμπού και το κατάπιε ολόκληρο. Όμως το καλάθι είχε δεμένο ένα σχοινί μ’ ένα κομμάτι ξύλο, το οποίο στάθηκε στο λαιμό του. Εκείνος, τότε, ξάπλωσε να ησυχάσει στην αιώρα του. Ο θεός Σιμπού παρουσιάστηκε προσποιούμενος ότι δε γνώριζε τίποτα και είπε στον Αμπέμπρου:

-«Μεθαύριο, θέλω να με καλέσεις να πιω σοκολάτα, απ’ το κακαόδεντρό σου, σερβιρισμένη σε δύο νεροκολοκύθες απ’ τον κήπο σου. Η μία θα είναι δική μου κι η άλλη δική σου.»

Ο Αμπέμπρου, με τη βοήθεια των συγγενών του, έκανε ότι του είχε ζητήσει ο Σιμπού και τότε, ο θεός-πτηνό φύσηξε τρεις φορές πάνω απ’ τη νεροκολοκύθα με τη σοκολάτα που του αντιστοιχούσε και την έδωσε στον κλέφτη. Όταν εκείνος ήπιε, έβγαλε έναν τρομερό ήχο απ’ το στομάχι του κι ακούστηκε η φράση:

-«Makla le y le yewayö», που σημαίνει: «Τι παράξενο! Ίσως έχω καταπιεί κάτι ιερό.»

Αμέσως τότε, άνοιξε βίαια η κοιλιά του και βγήκε το καλάθι με το καλαμπόκι.

Οι συγγενείς του Αμπέμπρου, θυμωμένοι με το θάνατό του, έβαλαν σκοπό της ζωής τους να κυνηγήσουν το Σιμπού, για να του φάνε το καλαμπόκι. Ο θεός μεταμορφώθηκε τότε σ’ έναν άσχημο γέρο κι έκρυψε το καλαμπόκι. Έπειτα, ξαναμεταμορφώθηκε σ’ ένα λαμπερό ον, κι αναλήφθηκε στον ουρανό με το καλάθι. Τα κακά πνεύματα ρώτησαν τον άσχημο γέροντα μήπως είχε δει το θεό Σιμπού. Ο μεταμορφωμένος θεός τούς έδειξε στον ουρανό τη δεύτερη (ωραία) μορφή του, κι έτσι τους ξεγέλασε, στέλνοντάς τους σ’ έναν άλλον πλανήτη, απ’ όπου δεν μπόρεσαν ποτέ να επιστρέψουν.

Τελικά, τα καλά πνεύματα βοήθησαν το θεό του καλαμποκιού –το γεράκι Σιμπού- να σπείρει το καλαμπόκι, απ’ το οποίο γεννήθηκαν οι ιθαγενείς των φυλών Αογιάκε (aoyaque) και Ουρινάμα (urinama), που ζουν στην Άνω Ταλαμάνκα (Alta Talamanca) της Κόστα Ρίκα. Ο Σιμπού ονόμασε το λαό του dtsö, που σημαίνει «σπόροι». Του έδωσε και το όνομα skawak, που θα πει Κυρίαρχοι του Τόπου.

6. Κούβα: Μαύρο θέατρο Ορίτσα.[xv]

Ομπαταλά, ο Δημιουργός του Ανθρώπου

Ο Ομπαταλά (Obatalá), ή Οριτσανλά (Orishanlá), ή Οτσανλά (Oshanlá), είναι ο μεγάλος Ορίτσα (Orisha), ο θεός της Δημιουργίας του Ανθρώπου, που καθοδηγεί τον πληθυσμό της Γης. Εκπροσωπεί το καλό, τη σοφία και την υπομονή που χρειάζεται ο Άνθρωπος για να καθορίζει τις πράξεις του. Ντύνεται στα λευκά με κόκκινες ή μοβ μπορντούρες, σύμφωνα με τις δύο φάσεις της πορείας του, που ονομάζεται πατακί (patakí): της νεότητας και των γηρατειών. Παρ’ όλα αυτά, οι ύμνοι λουκουμίες (lukumíes) δεν αναφέρονται στα γηρατειά, αλλά στη δύναμη και στην ευφυΐα του, με την οποία διοικεί τον Κόσμο:

-«Mobalé-mobalé. Wini-wini mobalé.» (Μομπαλέ-μομπαλέ. Γουίνι-γουίνι μομπαλέ. = Στη σοφία του, στη σοφία του, ας αφιερώσουμε τη λατρεία μας), ψέλνουν ακόμη και σήμερα στην Κούβα.

Λέει η αφροκουβανέζικη θρησκευτική μυθολογία, ότι κάποτε ο Ομπαταλά αποφάσισε να παραδώσει τον Κόσμο στον Ορούνλα (Orunla), όμως εκείνος ήταν πολύ νέος για μια τόσο σημαντική αποστολή. Μία μέρα, λοιπόν, τον διέταξε να ετοιμάσει το καλύτερο γεύμα που μπορούσε να μαγειρέψει. Ο Ορούνλα αγόρασε μία γλώσσα ταύρου. Ο Ομπαταλά, ικανοποιημένος από τη γεύση, ρώτησε τον Ορούνλα γιατί η γλώσσα ήταν το καλύτερο έδεσμα. Εκείνος του απάντησε ότι η γλώσσα παρέχει το πνεύμα ατσέ (aché), με το οποίο εξισορροπούνται τα πάντα, προωθείται η αρετή, εξυψώνονται τα έργα και οι τρόποι του Ανθρώπου, ο οποίος με τη σειρά του εξυψώνεται κι αυτός.

Κάποια άλλη μέρα, ο Ομπαταλά ζήτησε απ’ τον Ορούνλα το χειρότερο φαγητό που μπορούσε να σκεφτεί. Εκείνος τότε, του προσέφερε και πάλι γλώσσα, εξηγώντας του ότι μ’ αυτήν πουλιούνται οι λαοί, συκοφαντούνται οι άνθρωποι, και διαπράττονται τα χειρότερα εγκλήματα. Τότε ο Ομπαταλά, μαγεμένος από τη σοφία του Ορούνλα, του παρέδωσε τη διακυβέρνηση του Κόσμου.

7. Ελλάδα:

«Ἐν ἀρχῆ ἦν τὸ Χάος»…

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η Δημιουργία ξεκίνησε από το Χάος –μία (αντι)ύλη χωρίς σχήμα κι εντελώς συγκεχυμένη- αλλά όχι από το μηδέν. Από το Χάος προήλθε η Γαία, αχανής κι επίπεδη, η οποία είχε μόνο κάμπους και ύδατα. Κατόπιν, η ίδια δημιούργησε τα βουνά της, και ύψωσε από πάνω τους τον Ουρανό -μία κατασκευή κοίλη και σταθερή, που διέσχιζαν τ’ άστρα. Ο Ουρανός θα γίνει αργότερα θεϊκή κατοικία.

Η Γαία ή Χθόνα παντρεύτηκε με τον Ουρανό -έναν υποδεέστερο θεό- που δεν απολάμβανε της ανθρώπινης λατρείας. Από εκείνον το γάμο γεννήθηκαν έξι Τιτάνες κι έξι Τιτανίδες. Η επόμενη δυναστεία αποτελούνταν από έξι Κρονίδες, τρεις θεούς και τρεις θεές. Επίσης, γεννήθηκαν έξι τέρατα, δηλαδή τρεις Κύκλωπες και τρεις Γίγαντες Εκατόγχειρες (με εκατό χέρια) και πενήντα κεφάλια ο καθένας.

Ο Ουρανός μισούσε τα παιδιά του, κι αυτό έφερε ως αποτέλεσμα την πτώση του. Ο Κρόνος -ο τελευταίος γιος του-, έχοντας την υποστήριξη της μητέρας του της Γαίας, έκοψε τα γεννητικά όργανα του πατέρα του, και ίδρυσε τη δική του δυναστεία, παραμένοντας όμως τρομοκρατημένος από την πράξη του. Έτσι, για ν’ αποφύγει παρόμοιες αντιδράσεις από πλευράς των παιδιών του, τα κατάπινε ζωντανά αμέσως μόλις γεννιόταν.

Όταν γεννήθηκε ο Ζευς, η μητέρα του η Ρέα, παρέδωσε στο σύζυγό της, τον Κρόνο, μία πέτρα τυλιγμένη σε πάνες, κι έκρυψε το νεογέννητο στην Κρήτη.

Στη συνέχεια, ο Δίας νικά τον Κρόνο, συνεχίζοντας έτσι την παράδοση των θεϊκών τυράννων. Αυτή η πράξη συμβολίζει το δικαίωμα στη διαδοχή του θρόνου του δευτερότοκου γιου. Ο Κρόνος υποχρεώθηκε να βγάλει τα παιδιά απ’ το στομάχι του, τα οποία μετά το τέλος της Τιτανομαχίας εγκαταστάθηκαν στον Όλυμπο, αναγνωρίζοντας τη βασιλεία του Δία.

☼☼☼

Ο Κατακλυσμός του Δευκαλίωνα είναι η Ελληνική εκδοχή του κατακλυσμού που αναφέρεται σε παραδόσεις πολλών αρχαίων πολιτισμών, όπως στην ιουδαϊκο-χριστιανική παράδοση με τον κατακλυσμό του Νώε, ή και στους προκολομβιανούς της Αμερικής.

Σύμφωνα τον μύθο, την εποχή που στη Θεσσαλία βασίλευε ο Δευκαλίωνας, ο Δίας αποφάσισε να καταστρέψει ολόκληρο το γένος των ανθρώπων, επειδή ήταν διεφθαρμένο, με εξαίρεση το δίκαιο βασιλιά και την γυναίκα του, την Πύρρα.

Ο Δευκαλίωνας, λοιπόν, μετά από συμβουλή του πατέρα του, κατασκεύασε ένα πλοίο, συγκέντρωσε τα απαραίτητα εφόδια για την επιβίωσή τους και επιβιβάστηκε στο πλοιάριο μαζί με την γυναίκα του. Στο μεταξύ, ο Δίας άνοιξε τους καταρράκτες του Ουρανού, και η Ελληνική γη γέμισε με νερό, ενώ η Ανθρωπότητα χάθηκε.

Για εννέα μέρες και εννέα νύχτες το βασιλικό ζευγάρι περιπλανιόταν στα νερά μέσα στο πλοίο. Τη δέκατη όμως ημέρα προσάραξαν στο όρος Όρθρυς ή κατά άλλη εκδοχή στον Παρνασσό ή στον Άθω. Εκεί, όταν οι βροχές σταμάτησαν και τα νερά υποχώρησαν, ο Δευκαλίων και η Πύρρα κατέβηκαν στην ξηρά και το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν μία θυσία στον Φύξιο Δία, τον προστάτη των φυγάδων. Ο θεός που επικαλέστηκε ο θεοσεβής Δευκαλίωνας έστειλε τον Ερμή για να τους μεταφέρει την υπόσχεση ότι ο Δίας θα πραγματοποιούσε την πρώτη ευχή τους. Και η πρώτη ευχή του Δευκαλίωνα και της Πύρρας δεν ήταν άλλη από το να δώσει και πάλι ζωή ο Δίας στο ανθρώπινο γένος.

Κατά μία άλλη εκδοχή από την Φωκίδα, ο Δευκαλίωνας και η Πύρρα πήγαν στο ιερό της Θέμιδας, στους Δελφούς, για να της εκφράσουν την ίδια επιθυμία. Η θεά τους άκουσε και τους απάντησε με τον παρακάτω χρησμό: Αν ήθελαν να φέρουν στη ζωή νέους ανθρώπους θα έπρεπε να καλύψουν τα πρόσωπά τους και να ρίξουν πίσω από την πλάτη τους τα οστά της μητέρας τους. Εκείνοι κατάλαβαν την ερμηνεία του χρησμού, και άρχισαν να πετάνε πέτρες πίσω από την πλάτη τους, αφού αυτές προέρχονταν από τα σπλάχνα της Μητέρας Γης.

Οι πέτρες που πετούσε ο Δευκαλίωνας μεταμορφώνονταν σε άνδρες, ενώ εκείνες που πετούσε η Πύρρα μεταμορφώνονταν σε γυναίκες. Από την πρώτη, δε, πέτρα που πέταξε ο Δευκαλίωνας, προήλθε ο Έλληνας, ο γενάρχης των Ελλήνων.

[1] Όπως και στα Ιαπωνικά, έτσι και στη γλώσσα των Μπρι-μπρι -που ανήκει στην ομογλωσσία

των Τσίμπτσα (chibcha) της Κολομβίας, ο ήχος λ συγχέεται με εκείνον του ρ. Αναφέρουν οι γλωσσολόγοι ότι οι γλώσσες των ιθαγενών της Αμερικής έχουν ουραλοαλταϊκές ρίζες.

[i] Aztecas, mexica (Αζτέκοι, όχι: «Ατζέκοι!): Προκολομβιανός πολιτισμός της Μέσης Αμερικής, στην περιοχή του Ανάουακ (Anahuac) του κεντρικού Μεξικού, ο οποίος άνθισε από το 1.200 έως το 1521 μ.Χ. Τα κύρια προϊόντα της γης τους ήταν το καλαμπόκι, το αβοκάντο, η ντομάτα, το φιστίκι, η σοκολάτα, οι γαλοπούλες και μία ράτσα εδώδιμων σκύλων, που λέγονταν ισκουίντλ (izkwintli). Στην αρχιτεκτονική ασχολήθηκαν με την κατασκευή πυραμίδων. Διέθεταν σύστημα γραφής, το οποίο ακόμη δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί. Είχαν επίσης γνώση του ημερολογίου.

[ii] Στο ανθρωπολογικό μουσείο της Πόλης του Μεξικού φυλάσσεται το Κουαουσικάλι (Cuauhxicalli), ένας στρογγυλός βασαλτικός μονόλιθος, με διάμετρο 3,60 μ. και βάρος 25 τόνους, που φέρει τα σύμβολα του ημερολογιακού κύκλου των Αζτέκων.

[iii] Οι Αζτέκοι ήταν ένας ημινομαδικός λαός με αμφίβολη προέλευση: ένας μύθος τους αναφέρει ότι κατάγονταν από το Ατιτλάν (Atitlán), ένα νησί του Ειρηνικού Ωκεανού. Αρχαιολογικές και ανθρωπολογικές έρευνες, όμως, έδειξαν ότι η προέλευσή τους είναι από την περιοχή Γιούτα (Utah) των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Το όνομά τους, πάντως, περιέχει το λέξημα a, που σημαίνει «νερό» και την κατάληξη –tl, που φανερώνει ουσιαστικό. Αυτοαποκαλούνται, λοιπόν, aztékaλ (στον ενικό αριθμό) και aztekah (στον πληθυντικό), δηλ., «ο λαός που έρχεται, ή κατοικεί κοντά στα ύδατα». Αναφέρει, μάλιστα, η μυθολογία τους, ότι έπρεπε να μετακινούνται συνεχώς πεζοί, από το Βορρά μέχρι το κέντρο του σημερινού Μεξικού, μέχρι να συναντήσουν μία λίμνη, μ’ ένα νησί κι έναν κάκτο νοπάλλι (nopalli), πάνω στον οποίον ένας αετός θα έτρωγε ένα φίδι. Όταν, λοιπόν, στα 1325, ο ιερέας Tenoxtli (Τενόστλι) είδε τον οιωνό, αναφώνησε: «Tenuxtíλan kwauhλi iλoayakan!» (Τενουστίτλαν κουάουτλι ιτλοαγιάκαν), που σημαίνει: «Ιδού η Ιερή Πόλη, όπου Αετός κατασπαράζει Όφιν!». Είναι, βέβαια, κατανοητό, ότι αυτή η παράδοση είχε δημιουργηθεί από το ιερατείο, για να εξυπηρετεί τις επεκτατικές τάσεις των Αζτέκων, οι οποίοι αφομοίωναν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά όσων λαών κατακτούσαν και κυβερνούσαν με τη βία και τον εκφοβισμό μέσω των ανθρωποθυσιών, δημιουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, ένα παγκοσμιοποιημένο πολιτισμικό καλειδοσκόπιο. Λόγω αυτού του γεγονότος, πάντως, φέρουν και την ονομασία Τενότσκα (tenochca).

(Madsen, W. & C.: Τελετές μαγείας στη Σύγχρονη Λατινική Αμερική, Μαγικο-θρησκευτικές αντιλήψεις ανάμεσα στους σύγχρονους Αζτέκους, Μάγια και άλλους ιθαγενείς, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια: Ηλίας Ταμπουράκης, Εκδ. Περίπλους, Αθήνα, 2007.)

[iv] Στα 1995, στη Γουατεμάλα, υπήρχαν 53% επί του πληθυσμού ιθαγενείς διαφόρων φυλών -με κυρίαρχους τους Μάγια-, 42% μιγάδες, 4% λευκοί ισπανικής καταγωγής και 1% άλλοι λαοί (μετανάστες).

[v] Incas (Ίνκας): Προκολομβιανός πολιτισμός της Ζώνης του Πανανδικού πολιτισμού της Νότιας Αμερικής, στην περιοχή του Περού (κυρίως), της Βολιβίας και άλλων χωρών, ο οποίος άνθισε από το 1.438 έως το 1.533 μ.Χ. Τα κύρια προϊόντα της γης τους ήταν το δημητριακό κίνουα (qinoa) και τα φύλλα κόκας. Στην αρχιτεκτονική ασχολήθηκαν με την κατασκευή κυκλώπειων τειχών, ενώ στις καλές τέχνες διακρίθηκαν στη χρυσοχοΐα. Συνήθιζαν να προσφέρουν δωρεάν εργασία στην κεντρική κυβέρνησή τους και να μουμιοποιούν τους νεκρούς τους. Διέθεταν σύστημα καταγραφής του ανθρώπινου δυναμικού και των φυσικών τους πόρων με κόμπους διαφόρων ειδών, μεγεθών, χρωμάτων και νημάτων, το οποίο ονομάζεται κίπου (qipu). Είχαν επίσης γνώση του ημερολογίου.

(Ανθολογία ποίησης των Ίνκας, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια: Ηλίας Ταμπουράκης, Εκδ. Ροές, Αθήνα, 2007.)

[vi] Qosqo, Cusco & Cuzco (Κόσκο, Κούσκο, Κούθκο), είναι οι παραλλαγές της ονομασίας της τελευταίας πρωτεύουσας του Tawantinsuyo (Βλ. σχ. 67) –της Αυτοκρατορίας των Ίνκας. Η λέξη σημαίνει «Ομφαλός του Κόσμου», και συμβολίζει το γεωγραφικό κέντρο εκείνης της χώρας των Άνδεων, που το όνομά της δήλωνε «Τα τέσσερα σημεία του Κόσμου». Ιδρύθηκε από τον θρυλικό Ίνκα Μάλλκου Κ’άπακ (Inka Mallku Qhapaq) το έτος 1226 μ.Χ. Σε υψόμετρο 3.326 μέτρων, είναι ένα θαύμα της αρχιτεκτονικής, όπου η μεγαλιθική λιθοδομή των Ίνκας συναντά τα μπαρόκ μπαλκόνια της Εξτρεμαδούρας από την Ισπανία.

[vii] Mby’a tupí-guaraní (Μ’μπ-α Τουπί-Γουαρανί): Προκολομβιανός πολιτισμός της περιθωριακής (υποαμαζόνιας) περιοχής της Νότιας Αμερικής, στη σημερινή Παραγουάη, ο οποίος υπάρχει από την προϊστορική περίοδο έως και στη σύγχρονη εποχή. Κύριο προϊόν της γης τους είναι η αμυλώδης ρίζα γιούκα (yuca). Στη λαϊκή χρηστική τέχνη διακρίθηκαν στην καλαθοπλεκτική και στην κατασκευή τόξων. Το καλάθι συμβολίζει τη γυναίκα, επειδή πριν ακόμη κι από τη νεολιθική εποχή, τα θηλυκά μέλη της φυλής ασχολούνταν με τη συλλογή των καρπών, ενώ το τόξο είναι το σύμβολο του άνδρα, επειδή εκείνος έφερνε το κυνήγι στο χωριό. Τα δύο αυτά αντικείμενα συμβολίζουν επίσης τα γεννητικά όργανα. Οι Γουαρανί δε διέθεταν σύστημα γραφής, όμως διατήρησαν την θρησκευτική και λογοτεχνική προφορική τους παράδοση Yvyra Ñe’ery ( = Ρέει ο λόγος από τα δέντρα), με τη μελωδική τους γλώσσα.

[viii] Pierre Clastres, (Γαλλία, 1934-1977): Γάλλος ανθρωπολόγος και εθνολόγος.

[ix] Arwak (Άργουακ): Προκολομβιανός πολιτισμός της περιθωριακής περιοχής της Νότιας Αμερικής, στην Κολομβία, ο οποίος άνθισε γύρω στο έτος 1.000 μ.Χ. Στις καλές τέχνες ασχολήθηκαν με τη χρυσοχοΐα. Δε διέθεταν σύστημα γραφής.

[x] Sierra Nevada de Santa Marta (Σιέρρα Νεβάδα Δε Σάν’τα Μάρτα): Η ψηλότερη παραθαλάσσια οροσειρά της Γης, με υψόμετρο 5.775 μ.

[xi] Στα 65 χμ. βόρεια της Μπογκοτά –της πρωτεύουσας της Κολομβίας- βρίσκεται η Λίμνη Γουαταβίτα (Guatavita), ο ιερός τόπος του πολιτισμού των Μουίσκα (muisca), και κοιτίδα του θρύλου του Ελ Δοράδο (El Dorado) –της «χρυσής πόλης» που αναζητούσαν οι Ισπανοί τυχοδιώκτες. (Βλ. σχ. 10 & 12) Οι ιθαγενείς έριχναν στα νερά της λίμνης τις προσφορές χρυσού και πολύτιμων λίθων για τους θεούς τους. Παρά τις πολυάριθμες προσπάθειες εύρεσης και ανέλκυσης των θησαυρών, μόνο λίγα αντικείμενα έχουν έρθει στο φως. Οι ντόπιοι ισχυρίζονται ότι το πνεύμα της λίμνης κρύβει καλά τους θησαυρούς του…

[xii] Bri-bri (Μπρι-μπρι): Προκολομβιανός πολιτισμός της νότιας Κόστα Ρίκα. Δε διέθεταν σύστημα γραφής. Σήμερα χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο, όπως όλοι οι ιθαγενείς της Αμερικής.

[xiii] Στην Κόστα Ρίκα συναντώνται στοιχεία από τους πολιτισμούς της Μέσης Αμερικής (Μάγια, Αζτέκοι) και της περιθωριακής περιοχής της Νότιας Αμερικής (Τσίμπτσα), οι οποίοι έφεραν επιρροές από τη Ζώνη του Πανανδικού πολιτισμού (Ίνκα).

[xiv] Nolpopokayan (Νολποποκαγιάν), δηλ. «Γη όπου τα Βουνά Καπνίζουν» ονομάζεται στη γλώσσα νάουατλ (náhuatl) των Αζτέκων η Κεντρική Αμερική, επειδή έχει πολλά ενεργά ηφαίστεια.

[xv] Στη διαδρομή των σκλαβοκάραβων, η Κούβα, μέσ’ τη μέση της Καραϊβικής, με το ευνοϊκό της κλίμα, την τροπική βλάστηση, τους ήχους και τις καταιγίδες˙ νησί με μοναδικά στοιχεία, φιλοξένησε τους ταλαιπωρημένους δυτικοαφρικανούς, σα να ‘ταν πατρίδα τους, και τους ένωσε με το τοπικό στοιχείο, σε μία αργή διαπολιτισμική διεργασία που διήρκησε πάνω από τρεις αιώνες. Εκεί, το αφρικανικό πνεύμα του Κυρίαρχου των Κεφαλών ταυτίστηκε με την Βίρχεν Δελ Μπλάνκο (Virgen del Blanco) –την Παναγία του Λευκού (κατακτητή)-, η Οτσούν (Oshún) του ποταμού με τη μουλάτα Καριδάδ Δελ Κόμπρε (Caridad del Cobre) –την μιγάδα Παναγία του Ελέους-, η όμορφη Γιεμαγιά (Yemayá) συνενώθηκε με την Βίρχεν Δε Ρέγλα (Virgen de Regla) –την Παναγία της Εμμηνόρροιας-, στην οποίαν προσεύχονται οι έγκυες κι όσες θέλουν ν’ αποκτήσουν παιδί μα δεν μπορούν, ή ακόμη κι όσες έχουν παιδί μέσ’ τα σπλάχνα τους, μα δεν το θέλουν. Ο Τσανγκό (Shangó) -ο θεός του πολέμου- μετουσιώθηκε στην Σάντα Μπάρμπαρα (Santa Bárbara), που κρατά την κούπα (της ισπανικής μέθης) και το σπαθί (του ισπανικού τρόμου). Όλα σε μία γη κοινή. Στις αχυρένιες καλύβες, ανάμεσα στα τύμπανα και στα καμπανάκια, με τα μουσικά τους αγγογγό (agogó) και τα ομπά κουκού (obá kukú) και τ’ άλλα λατρευτικά αντικείμενα, που η φύση απλόχερα τους προσφέρει, τα πνεύματα των Oρίτσα (Orisha) πέφτουν σε εκστατικό χορό:

«koko odasheleyó

ko ko...

arere modasheleyó

koko modasheleyó...»

Λιτανείες και πρώτες Κοινωνίες συμπαρελαύνουν στις γειτονιές της Αβάνας, με τα γκρεμισμένα, πλέον, ενάλια τείχη, με το ιγιαμπό (iyabó) –το τελετουργικό μύησης: στη γειτονιά της Ρέγλα, σ’ ένα σπίτι της δεκαετίας του 1950, μ’ εφτά δωμάτια γύρω απ’ την κεντρική αυλή, που φιλοξενεί γύρω στους εκατό ανθρώπους με τις επιδερμικές και θρησκευτικές τους αποχρώσεις, ένας υπερήλικας νέγρος, ντυμένος στα λευκά, δίπλα σ’ έναν μικρό βωμό, υμνεί τον Ελέγκμπα Ελεγουά (Elegba-Eleguá). Δεν υπάρχουν τύμπανα˙ μόνο τρία μικρά αντικείμενα: ένα ασημένιο αγγογγό –το μουσικό όργανο του Ομπαταλά (Obatalá)-, ένα χρυσό καμπανάκι της Οτσούν κι ένα ξύλινο ατσερέ (acheré) για τους υπόλοιπους θεούς. Κάποιος από την ομήγυρη κινείται αποπνέοντας πολλή ενέργεια, κάνει παράξενους μορφασμούς, αναπνέει βαθιά, και τα μάτια του γίνονται κάτασπρα. Ο Ορίτσα που επικαλείται ο ιερέας ανακοινώνει την παρουσία του. Οι ύμνοι παίρνουν και δίνουν ανάμεσα στο πλήθος: Iyalode tenite / ofe iko eri ma…

Οι ύμνοι αυτοί έχουν τις ρίζες τους στα βάθη της Αφρικής και των αιώνων. Τα φωνητικά λάθη που είναι φυσικό να προκύπτουν σε μία προφορική παράδοση που επιβιώνει υπό καταπίεση, μεταδίδονται από στόμα σε στόμα, δημιουργώντας έτσι, μία σύγχρονη υβριδική κουλτούρα. Αυτό το μελωδικό φολκλόρ των Γιορουμπά (Yorubá) επιτελεί το λειτούργημα της διατήρησης της ανάμνησης των νεκρών, της συνειδητοποίησης της ζοφερής πραγματικότητας της ζωής και της επίκλησης των άστρων και των λοιπών ουράνιων (θεϊκών/θεοποιημένων) σωμάτων. Προαναγγέλλει το πεπρωμένο του ανθρώπου στη Γη, από τη γέννησή του, μέχρι τον θάνατό του. Είναι μία αλληγορική αναφορά στο Πάνθεον των Ορίτσα, της άγραφης ιστορίας των Αφρικανών σκλάβων. Ένας μαγικός εξορκισμός ανεπιθύμητων γεγονότων του παρελθόντος και του μέλλοντος. Μία προφορική διατήρηση της γλώσσας, της θρησκείας, της φιλοσοφίας και της ιστορίας της Μαύρης ηπείρου. Οι ακπόμ (akpom) –οι ερμηνευτές- αυτής, έχουν βαθιά γνώση αυτής της μουσικής κουλτούρας.

Ο Ελέγγμπα Ελεγουά είναι ο Ορίτσα που έχει άμεση σχέση με τα άστρα. Οι πιστοί τού απευθύνουν προσευχές πριν από κάθε εμπορική διαπραγμάτευση.

Ο Ογγούν (Ogún) -ο θεός του πολέμου- αντιστοιχεί στην ανθρώπινη αποφασιστικότητα για την τέλεση οποιουδήποτε έργου. Είναι κυρίαρχος των μετάλλων, και φυσικά των όπλων, αλλά και των αγροτικών εργαλείων και, κατ’ επέκτασιν, της αγροκαλλιέργειας. Ο τελετουργικός χορός που του αφιερώνουν οι πιστοί, εκτελείται μ’ ένα γιαταγάνι του ζαχαροκάλαμου. Ντύνεται στα κόκκινα και στα μοβ, στα πράσινα και στα μαύρα, ενώ στη μέση φορά το μαριβό (mariwó) –τους θυσάνους από φοίνικα-, και στο κεφάλι ένα διάδημα από δέρμα τράγου με ραμμένα κοχύλια. Κρατά ένα παγούρι.

Ο Οτσόσι (Oshosi) -θεός του κυνηγιού- εξασφαλίζει στον άνθρωπο την τροφή του. Επίσης, τον γιατρεύει με τα βότανά του. Συσχετίζεται με τη δικαιοσύνη , και χαρακτηρίζεται ως άκρως δύσπιστος. Το ατσέ (axé) -η ισχύς του- είναι αλάθητη. Η ενδυμασία του είναι μπλε ή μοβ, και φέρει σκούφο από δέρμα ελαφιού με κοχύλια, ενώ κρατάει ένα τόξο, με το οποίο χορεύουν οι πιστοί του.

Ο Ομπαταλά, που λέγεται και Οριτσανλά ή και Οτσανλά, είναι ο ύψιστος του πανθέου Ορίτσα που έφεραν στην Καραϊβική οι μαύροι σκλάβοι της εθνικής ομάδας των Γιορουμπά από τη σημερινή Ισπανόφωνη Δυτική Αφρική. Αυτός είναι ο δημιουργός του ανθρώπου. Εκπροσωπεί το καλό, τη σοφία και την υπομονή. Είναι ντυμένος στα λευκά με κόκκινη ή μοβ μπορντούρα. Η μυθολογία πατακί (patakí) -που σημαίνει «δρόμος»- λέει ότι εμφανίζεται με δύο μορφές: τη νεανική και τη γερασμένη. Δέχεται τις πιο συχνές παρακλήσεις από τους ανθρώπους, για να τους χαρίζει υγεία ως το θάνατο. Φημίζεται για την ηρεμία του. Λατρεύεται ως διπλή φύση, ανδρική και γυναικεία, πατέρας, μητέρα και ανδρόγυνο. Χορεύει κρατώντας μία ουρά αλόγου, και στον πόλεμο χρησιμοποιεί τόξο. Παρ’ όλο που υπερισχύει κατά κάποιον τρόπο η ανδρική του υπόσταση, οι Καθολικοί ιεραπόστολοι τον έχουν εξομοιώσει με την Παναγία της Χάριτος.

Η Γιεμαγιά, η μέγιστη των Ορίτσας, είναι η θεά της θάλασσας, η μητέρα όλων των μανάδων, και σύζυγος του Ομπαταλά. Ντύνεται στα μπλε, με λευκές ρίγες στο τελείωμα. Έχει εξομοιωθεί με την Παναγία “Ρέγλα”. Χαρακτηρίζεται για την ομορφιά την εξυπνάδα και τη δύναμή της.

Ο Τσανγκό -ο γιος του Ομπαταλά και της Γιεμαγιά-, είναι ο κυρίαρχος του τυμπάνου μπατά (batá), και μαγεύει τις γυναίκες ερωτικά με τους λάγνους χορούς του. Φοράει κόκκινα ρούχα με λευκή μπορντούρα και μια ζώνη από φύλλα φοίνικα. Κρατάει πάντα τον πέλεκυ του πολέμου. Συμβολίζει την αρρενωπότητα, τον έρωτα και το νόημα της ζωής.

Η Οτσούν είναι η Κυρία του Χρυσού. Θεά του αισθησιασμού, διατηρεί σχέσεις με τον Τσανγκό, τον Ογκούν και τον Οτσόσι. Με αυτόν τον τελευταίο απέκτησε ένα παιδί με μία ιδιαιτερότητα: για έξι μήνες είναι αγόρι και ζει με τον Οτσόσι, και γι άλλους έξι είναι κορίτσι, και ζει με την Οτσούν. Η Οτσούν, λοιπόν, ντύνεται στα κίτρινα και στολίζεται με χρυσά κοσμήματα. Για τον χορό της, οι πιστοί χρησιμοποιούν βεντάλιες και κρίκους στους αστράγαλους. Είναι το πνεύμα της πειθούς, την οποία επιτυγχάνει με ερωτικά τεχνάσματα, αλλά και με σοφία. Κατέχει επίσης τα μαγικά φίλτρα του καλού και του κακού.

Η Ογιά-Ιανσά (Oyá-Iansá) -η ικανή πολεμίστρια- ζει κι αυτή με τον Τσανγκό και τον Ογκούν, και νικά τους πάντες. Κυρίαρχη του θανάτου, κατοικεί στα νεκροταφεία, λόγος για τον οποίον οι πιστοί τρέμουν την εμφάνισή της. παρ’ όλ’ αυτά, η ενδυμασία της είναι πολύχρωμη. Ο θρησκευτικός συγκρητισμός την έχει μετουσιώσει με την Αγία Τερέζα του καθολικισμού.

Το Εγκούν (Egún) είναι το πνεύμα που καθορίζει τις επαφές των ζωντανών με τους νεκρούς. Στη φιλοσοφία των Γιορουμπά-λουκουμί (lukumí) υπάρχει η ρήση: «ikú lobi osha», που σημαίνει: «ο νεκρός γέννησε τον Άγιο».

Αυτός ο μαγικο-θρησκευτικός συγκρητισμός υπάρχει σήμερα και στη Βραζιλία.

(Στοιχεία από: Madsen, W. & C.: Τελετές μαγείας στη Σύγχρονη Λατινική Αμερική, Μαγικο-θρησκευτικές αντιλήψεις ανάμεσα στους σύγχρονους Αζτέκους, Μάγια και άλλους ιθαγενείς, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια: Ηλίας Ταμπουράκης, Εκδ. Περίπλους, Αθήνα, 2007 & Pedroso Lázaro, Ogún Tolá: Obeddí, Cantos a los Orishás, traducción e historia, Edi. Artex, La Habana, Cuba, 1995.)

Ηλίας Ταμπουράκης
Καθηγητής Ισπανικής & Πορτογαλικής Γλώσσας & Πολιτισμού
Κιν.: 6951614346 & 6939777085
Σταθ.: 2114026048
Mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.