alt

Το 1997, στα γυρίσματα της «Καυτής Σάρκας», ο Πέδρο Αλμοδόβαρ γνώρισε την ηθοποιό που έμελλε να γίνει η απόλυτη μούσα του.

«Με τον Πέδρο έχουμε αναπτύξει σχέση αμοιβαίας αγάπης και σεβασμού» λέει η Πενέλοπε Κρουζ.

Η Πενέλοπε Κρουζ ήταν τότε μόλις 23 ετών και ο ισπανός σκηνοθέτης τής ανέθεσε έναν σύντομο αλλά χαρακτηριστικό ρόλο στην ταινία που ετοίμαζε: «Η Πενέλοπε υποδύθηκε μια πόρνη η οποία γεννά το παιδί της στο εσωτερικό ενός λεωφορείου», θυμάται ο Αλμοδόβαρ. «Η σκηνή της βρισκόταν στο ξεκίνημα της ταινίας, η Πενέλοπε όμως χρησιμοποίησε τα οχτώ εκείνα λεπτά για να καταβροχθίσει κυριολεκτικά την οθόνη».

Μπορεί η συνεργασία τους να διήρκεσε μόλις λίγες ημέρες, ο σκηνοθέτης γνώριζε, εντούτοις, ότι θα χρησιμοποιούσε ξανά στο μέλλον τη φωτογενή νεαρή ηθοποιό, πράγμα το οποίο συνέβη δυο χρόνια μετά, στο «Ολα για τη μητέρα μου». Επρεπε να περιμένουν και οι δυο τους μέχρι το «Γύρνα Πίσω», ωστόσο, προκειμένου ο Αλμοδόβαρ να αντλήσει από την Κρουζ μια ερμηνευτική δύναμη άγνωστη μέχρι εκείνη τη στιγμή στο ευρύ κοινό και στην ίδια.

Πετυχαίνοντας έναν ζηλευτό συνδυασμό σεξουαλικότητας, εκρηκτικού ταμπεραμέντου και αναπάντεχης ευαισθησίας, η Πενέλοπε κατέληγε να διεκδικεί δικαιολογημένα μια υποψηφιότητα για Οσκαρ α' γυναικείου ρόλου.

Σχέση αμοιβαίας αγάπης

Οι «Ραγισμένες Αγκαλιές» έγιναν φέτος η τέταρτη αφορμή για να συναντηθούν σκηνοθέτης και ηθοποιός, μεταφέροντας στην οθόνη ένα δαιδαλώδες σενάριο που εναλλάσσεται ανάμεσα στο μελόδραμα και το φιλμ νουάρ, ξεδιπλώνοντας στην οθόνη τον καταστροφικό amour fou ενός κινηματογραφικού σκηνοθέτη για μια ελκυστική ηθοποιό.

Το πρωινό της συνέντευξης που έδωσαν από κοινού στις Κάνες, λίγο μετά την προβολή της ταινίας, ο Πέδρο Αλμοδόβαρ και η Πενέλοπε Κρουζ έμοιαζαν με παντρεμένο ζευγάρι: Εκείνος κρυβόταν αρχικά πίσω από ένα ζευγάρι μεγάλα μαύρα γυαλιά ηλίου. Εκείνη εξομολογείται ότι την ταλαιπωρεί μια γρίπη.

Ξεκινά αμέσως: «Με τον Πέδρο έχουμε αναπτύξει μια σχέση αμοιβαίας αγάπης και σεβασμού εδώ και αρκετά χρόνια», σημειώνει. «Βέβαια, η εκτίμησή μου απέναντί του προϋπήρχε. Εκείνος στάθηκε, άλλωστε, ο λόγος για τον οποίο αποφάσισα να γίνω ηθοποιός».

Για την ολοκαίνουρια ταινία τους, που θα δούμε σε λίγες μέρες, η Κρουζ έχει μόνο ενθουσιώδη πράγματα να πει:

«Ολα με εξέπληξαν, από την πρώτη γραμμή του σεναρίου μέχρι την τελευταία. Αληθινά πιστεύω ότι είναι ένα από τα καλύτερα σενάρια που έχει γράψει -το πιο σύνθετο, το πιο θαρραλέο και το πιο τολμηρό. Αισθάνθηκα πολύ τυχερή που ο Πέδρο με εμπιστεύτηκε ξανά, αναθέτοντάς μου αυτό τον χαρακτήρα που είναι τόσο διαφορετικός από οτιδήποτε άλλο έχει τύχει να υποδυθώ».

Επιστρέφοντάς της το κομπλιμέντο, ένας χειμαρρώδης στις λέξεις Αλμοδόβαρ δηλώνει: «Πιστεύω ότι η Πενέλοπε έχει γίνει πλέον πιο όμορφη από ποτέ. Το να την κοιτάζω υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες απολαύσεις του γυρίσματος αυτής της ταινίας. Επάνω της έβλεπα μια δύναμη της φύσης που δεν αφήνει να τη δαμάσει τίποτε. Μπορεί να μοιάζει θυμωμένη την μια στιγμή, την επόμενη όμως θα την δεις να καταρρέει σαν ένα ανυπεράσπιστο παιδί. Δεν υπάρχει πιο εντυπωσιακό θέαμα από το να παρακολουθείς στο ίδιο πλάνο το πώς ένα ζευγάρι στεγνά μάτια αρχίζουν ξαφνικά να γεμίζουν με δάκρυα».

Δεδομένου ότι στην ταινία χρειάζεται να υποδυθεί μια κωμική και μια δραματική πλευρά του χαρακτήρα της, η Κρουζ παραδέχεται ότι η εξισορρόπηση των δυο στοιχείων τη δυσκόλεψε:

«Η κωμική πλευρά ήταν πιο απαιτητική, διότι ο Πέδρο την είχε σχηματίσει στο μυαλό του με έναν τρόπο πολύπλοκο και γεμάτο απρόοπτα, και πρέπει να ομολογήσω ότι αγχώθηκα αρκετά με αυτό. Ομως κάναμε πρόβες και δοκιμαστικά τρεις μήνες πριν το ξεκίνημα των γυρισμάτων, γεγονός το οποίο με βοήθησε πολύ. Ο Πέδρο, έπειτα, είναι τόσο προστατευτικός και κατευναστικός ως σκηνοθέτης».

Γνωστός για την κατανόηση με την οποία αντιμετωπίζει τους ηθοποιούς με τους οποίους συνεργάζεται, ο Αλμοδόβαρ συμπληρώνει πως «κάποιος ο οποίος δεν μπορεί να κατανοήσει την ανθρώπινη διάσταση των πραγμάτων και δεν μπορεί να επικοινωνήσει καλά με τους συνεργάτες του, δεν θα καταφέρει ποτέ να γίνει καλός σκηνοθέτης. Οι ηθοποιοί με τους οποίους επιλέγω εγώ να δουλέψω με αφήνουν να αγγίξω πολύ προσωπικές, μύχιες και συχνά οδυνηρές πτυχές τους».

Οι γυναίκες στη ζωή του

Μπορεί πρωταγωνιστής της καινούριας ταινίας του Αλμοδόβαρ να είναι ένας άντρας (ο σχετικά άγνωστος σε εμάς ηθοποιός Λουίς Χομάρ), ακόμη κι έτσι, όμως, οι «Ραγισμένες αγκαλιές» πλαισιώνονται από τις αξιομνημόνευτες εκείνες γυναικείες παρουσίες που τόσο συχνά εφευρίσκει η σεναριακή πένα του σκηνοθέτη. «Ο λόγος για τον οποίο υπάρχουν τόσο πολλές γυναίκες στις ταινίες μου», διευκρινίζει ο ίδιος, «είναι επειδή, όπως συνέβη με πολλά άλλα παιδιά τα οποία μεγάλωναν στην Ισπανία της δεκαετίας του '50, έτσι κι εμένα με ανέθρεψαν γυναίκες. Και μιλάω για δυνατές και αποφασιστικές γυναίκες. Δεν ξέρω πώς τα κατάφερναν, όμως, παρ' όλη τη φτώχεια και τις δυσκολίες που επικράτησαν μετά τον πόλεμο, κατόρθωναν να μας ταΐζουν καθημερινά. Μέχρι τα οχτώ, εννιά μου χρόνια βρισκόμουν περιτριγυρισμένος από αυτές και όλοι οι Ισπανοί τούς χρωστάμε την επιβίωσή μας. Παρατηρώντας, λοιπόν, καθημερινά όλες αυτές τις γυναίκες να προσπαθούν να πορευτούν, να αγωνίζονται για να ζήσουν, να συνδιαλέγονται μεταξύ τους απέκτησα τις εμπειρίες που αποτύπωσα, χρόνια αργότερα, στις ταινίες μου.

Και πρέπει να σας πω ότι οι περισσότεροι γυναικείοι ρόλοι που έχω γράψει στη ζωή μου, αποτελούν έναν συνδυασμό από τη μητέρα μου και τις γειτόνισσές μας στη γενέτειρά μου, τη Λα Μάντσα. Αργότερα μπέρδεψα τις φιγούρες αυτές με κάποια από τα αγαπημένα μου θηλυκά στο σινεμά: Την Οντρεϊ Χέπμπορν του "Πρόγευμα στο Τίφανις", την Τζουλιέτα Μασίνα από το "Λα Στράντα" και τη Σίρλεϊ Μακ Λέιν από την "Γκαρσονιέρα" και το "Στίγμα του Κολασμένου". Ολες αυτές οι γυναίκες βρίσκονται τώρα κρυμμένες μέσα στην Πενέλοπε. Μαζί, φυσικά, με την Αννα Μανιάνι, τη Σοφία Λόρεν και όλες τις ηρωίδες του ιταλικού νεορεαλισμού, ο οποίος στάθηκε μεγάλη επιρροή για μένα».

Παρ' ότι εξυπηρετεί ιδανικά τους μηχανισμούς ενός καθαρόαιμου δράματος, η ταινία του Αλμοδόβαρ αποτελεί στην ουσία ένα μεταμφιεσμένο ερωτικό γράμμα προς το ίδιο το κινηματογραφικό μέσο και τους ανθρώπους του.

Ο 60χρονος σκηνοθέτης συμφωνεί: «Μερικές φορές ο καλύτερος τρόπος να μεταδώσω τα συναισθήματα των ηρώων μου είναι μέσω του κινηματογράφου, χρησιμοποιώντας τα λόγια και τις φράσεις που κάποιος σεναριογράφος ή σκηνοθέτης χρησιμοποίησε πολύ πριν από μένα. Και η αλήθεια είναι ότι σε πάμπολλες περιπτώσεις μου έχει τύχει να κάνω ξεκάθαρες αναφορές σε συγκεκριμένες σκηνές από αγαπημένες μου ταινίες, είτε πρόκειται για το "Τζόνι Γκιτάρ" του Νίκολας Ρέι, είτε για το "Ταξίδι στην Ιταλία" του Ροσελίνι. Μέχρι σήμερα, όμως, δεν είχα επιχειρήσει ηθελημένα μια τόσο ξεκάθαρη δήλωση αγάπης για το σινεμά, για το παράλογο πάθος που απαιτεί να του επενδύεις».

Ταινία μέσα στην ταινία

Ομως οι «Ραγισμένες αγκαλιές» κλείνουν το μάτι και στο σινεμά του ίδιου του Αλμοδόβαρ, επικαλούμενες, σε κάποιο σημείο της πλοκής, το «Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης».

«Απλώς», διευκρινίζει ο ίδιος, «η ιστορία έκρινε αναγκαία την ύπαρξη μιας κωμωδίας που υποτίθεται ότι γυρίζουν οι ήρωές μου στο φιλμ και η οποία θα ερχόταν σε αντιδιαστολή με το δράμα που ζουν οι ίδιοι στην πραγματικότητά τους. Επειδή, λοιπόν, χρειαζόμουν να χρησιμοποιήσω τρεις-τέσσερις σκηνές από την φανταστική αυτή ταινία, σκέφτηκα ότι θα ήταν βολικότερο να ανατρέξω στο δικό μου, προϋπάρχον υλικό. Κάναμε τα γυρίσματα της ταινίας μέσα στην ταινία στον ίδιο χώρο που είχα γυρίσει πριν είκοσι χρόνια τις "Γυναίκες" και η εμπειρία ήταν πολύ διασκεδαστική. Δεν θέλω να πω νοσταλγική, γιατί προσπαθώ πολύ στη ζωή μου να είμαι όσο το δυνατόν λιγότερο νοσταλγικός».

Αυτό σημαίνει ότι ο Αλμοδόβαρ ανήκει στους ανθρώπους οι οποίοι προτιμούν να κοιτάζουν σταθερά μπροστά;

«Ασφαλώς. Το παρελθόν πέρασε πια, έτσι δεν είναι; Το μόνο πράγμα που έχει αξία και νόημα πια είναι το παρόν».

Πηγή : Ελευθεροτυπία